«Εκείνο το πρωί ήταν διαφορετικό, κάτι δεν πήγαινε καλά»
Στη συνέχεια, στην εκπομπή μίλησε και ο Σάκης, που ήταν ένας από τους επιζώντες του δυστυχήματος.
Ο 15χρονος τότε Σάκης έχασε τον ξάδερφό του αλλά και φίλους του, με τον ίδιο να σώθηκε κυριολεκτικά από θαύμα!
«Όσα χρόνια και εάν περάσουν δεν το ξεχνάς αλλά βλέποντας ένα συνταρακτικό γεγονός σου έρχονται πάλι. Εγώ στο δικό μου ατύχημα είχα τις αισθήσεις μου, είδα πράγματα και δεν μπορείς να το ξεχάσεις ποτέ. Ήμουν 15 χρονών, πηγαίναμε στο Λύκειο, βάζαμε άλλους στόχους, σπουδές αλλά εμάς τα έφερε έτσι η ζωή και έγινε αυτό που έγινε. Εκείνο το πρωί ήταν διαφορετικό, κάτι δεν πήγαινε καλά. Δεν ήταν σαν τις άλλες φορές. Κάτι σαν προαίσθημα σαν κάτι να σου λέει ότι έρχεται κάτι δύσκολο. Εμείς το ζήσαμε και στην οικογένεια. Χάθηκε ο ξάδερφός μου, είμαστε όλοι δεμένοι. Δεν μπορείς να το ξεχάσεις. Με το παραμικρό που θα δεις, θα σε πιάσουν τα κλάματα.
Τα θυμάμαι όλα! Εγώ αν καθόμουν θα ήμουν στις τρεις πίσω θέσεις. Την στιγμή του σκηνικού εγώ ήμουν όρθιος. Μόλις μας χτυπάει η νταλίκα έπεσε στη δεύτερη πόρτα του λεωφορείου. Αν καθόμουν δεν θα ζούσα. Αφού κατάλαβα ότι μας χτύπησε νταλίκα, ξεκίνησα να πατάω πάνω στις θέσεις για να βρω τον ξάδερφό μου. Τον βρίσκω, καταλαβαίνω, βλέπω. Άρχισε να βγάζει καπνούς το λεωφορείο, συνεχίζω να δω αν είναι κάποιος καλά ή όχι. Κοιτούσα, δεν κινούνταν τίποτα. Είχαν χτυπήσει σοβαρά.
Πήδηξα πάνω και από την οροφή πήδηξα έξω. Απομακρυνθήκαμε για λίγο και μόλις έφυγε ο καπνός γυρίσαμε για να βοηθήσουμε. Και μετά κατάλαβες ότι δεν γινόταν τίποτα!».
Τα δύο πρώτα χρόνια δεν γινόταν μάθημα, δεν υπήρχε ροή! Ήμασταν στον κόσμο μας και ευτυχώς πέσαμε σε καλούς ανθρώπους και επαγγελματίες. Ήρθαν κοντά μας και μας βοήθησαν πολύ. Δεν το καταλάβαμε στην αρχή. Εγώ έβλεπα τον ψυχολόγο σαν κάτι κακό και με τον καιρό με κέρδισαν και με βοήθησαν.
Είχα ανάγκη να μου μιλάνε γιατί δεν ήθελες να πεις τίποτα. Υπήρχε ένα μόνιμο “γιατί”. Όταν το συνειδητοποιείς αρχίζεις και λες κάποια πράγματα. Πώς να καταλάβει κάποιος αυτό που ζήσαμε; Οι εικόνες δεν φεύγουν, δεν το ξεχνάς. Περνούν τα χρόνια αλλά μένουν.
Τα τραύματά μου ήταν μηδαμινά αλλά είχα νοσηλευτεί. Είχα φίλους με παραμορφωμένα πρόσωπα, είχαν χάσει το χέρι τους. Στην αρχή δεν ήθελες να ζήσεις αλλά να φύγεις γιατί λες “Γιατί να μείνω εγώ;”. Όπως κάθε μικρό παιδί έτσι και εμείς είχαμε μια άρνηση αλλά μαθαίνεις να ζεις με αυτό και προχωράς με αυτό».