Νέες επιβαρύνσεις στις δόσεις των δανείων (στεγαστικών, επιχειρηματικών, πιστωτικές κάρτες) έρχονται μετά την απόφαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζα (ΕΚΤ) για αύξηση των επιτοκίων βάσης στο 2% – ενώ μέχρι τον Ιούλιο ήταν σχεδόν μηδενικά- σε μια προσπάθεια ελέγχου του πληθωρισμού που αυξάνεται σε όλη την Ευροζώνη.
Η αύξηση των επιτοκίων δεν πρόκειται να βοηθήσει στον έλεγχο του πληθωρισμού, που οφείλεται κυρίως στον πόλεμο της Ουκρανίας κι όχι σε υπερβάλλουσα ζήτηση, όμως τα αυξημένα επιτόκια ανεβάζουν σημαντικά τις δόσεις των στεγαστικών, καταναλωτικών, επιχειρηματικών δανείων, καθώς μιά αύξηση επιτοκίου κατά 2% σημαίνει ότι ένα δάνειο 100.000 Ευρώ θα έχει ετήσια επιβάρυνση 2.000 Ευρώ (σχεδόν 2 μηνιαίοι μισθοί επιπλέον).
Το χειρότερο είναι ότι τα επιτόκια αναμένεται να αυξηθούν κι άλλο τους επόμενους μήνες κι οι επιβαρύνσεις θα είναι ακόμη μεγαλύτερες : για παράδειγμα ένα δάνειο 100.000 Ευρώ με εναπομένουσα διάρκεια εξόφλησης 15 χρόνια, τον Ιούλιο είχε μηνιαία δόση 667 Ευρώ, τον Οκτώβριο έχει ανεβεί 740 Ευρώ και το Νοέμβριο αναμένεται στα 760 Ευρώ (σχεδόν 100 Ευρώ επιπλέον μέσα σε 4 μήνες και σε ετήσεια βάση 1.200 Ευρώ). Αν η ΕΚΤ αυξήσει κι άλλο το επιτόκιο, όπως αναμένεται πχ στο 2,5% η δόση θα διαμορφωθεί στα 790 Ευρώ, ενώ στο 3% θα φτάσει στα 817 Ευρώ/μήνα, δηλ. επιπλέον συν 150 Ευρώ/μήνα ή 1.800 Ευρώ ετήσια (εφημ. «ΤΑ ΝΕΑ» 5-6/11/22) . Τα μόνα δάνεια που δεν επηρεάζονται είναι αυτά που είναι «κλειδωμένα» με σταθερό επιτόκιο αλλά αποτελούν μόνο το 20% των συνολικών δανείων .
Την ίδια στιγμή οι Τράπεζες δε δίνουν καμία αύξηση στα επιτόκια των καταθέσεων που παραμένουν κοντά στο 0% (0,11 % για προθεσμιακή κατάθεση ενός έτους), ενώ τα επιτόκια των δανείων (κεφαλαίων κίνησης) προς τις επιχειρήσεις – με τις νέες αυξήσεις – θα κυμανθούν από 8 – 10 %, και καταναλωτικά θα ξεπεράσουν το 12% !
Οι Τράπεζες όπως όλες οι επιχειρήσεις επιδιώκουν την κερδοφορία, αλλά δεν πρέπει να ξεχνούν ότι στην πρόσφατη περίοδο των μνημονίων ανακεφαλαιοποιήθηκαν με χρήματα του Δημοσίου (δηλαδή του Ελληνικού λαού) για να αποφύγουν την χρεοκοπία – το οποίο κατέχει και σήμερα ποσοστά του μετοχικού τους κεφαλαίου – και οφείλει να πιέσει τις διοικήσεις των Τραπεζών να απορρφήσουν ενα μέρος των αυξήσεων των επιτοκίων για να μην επιβαρύνουν άλλο τους δανειολήπτες και τις επιχειρήσες που ήδη πλήττονται από την ενεργειακή κρίση, την ακρίβεια και τη μείωση της κατανάλωσης.
Όπως επισήμανε πρόσφατα ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ κ.Ν. Ανδρουλάκης: «Η διαφορά μεταξύ επιτοκίου καταθέσεων και μέσου επιτοκίου στα στεγαστικά δάνεια είναι η μεγαλύτερη στην Ευρώπη. Γιατί δεν δίνουν κίνητρα οι τράπεζες για μεγαλύτερα επιτόκια στις καταθέσεις; Οι τράπεζες έχουν πάρει 50 δισ. ευρώ από την ΕΚΤ, έριξαν λίγα στην αγορά, τα έχουν κρατήσει ως αποθεματικά, συνεπώς οι ίδιες έχουν ρευστότητα και δεν θέλουν να δώσουν κίνητρα για καταθέσεις. Αυτό δεν είναι μία άδικη πολιτική επιλογή για την οποία η Κυβέρνηση δεν κάνει τίποτα;».
Ακόμη, έχει επισημάνει ότι «… τη στιγμή που άλλα Ευρωπαϊκά κράτη, όπως η Ισπανία, ψήφισαν την επιβολή έκτακτης εισφοράς 4,8 % στα κέρδη από τη διαφορά επιτοκίου και τις προμήθειες που επιβάλουν οι τράπεζες, η ελληνική κυβέρνηση επιτρέπει τη δημιουργία υπερκερδών στις συστημικές τράπεζες».
Η κυβέρνηση θα μπορούσε να παρέμβει στο θέμα αυτό, όμως οι κυβερνητικές επιλογές της ΝΔ αντί να μειώνουν τις κοινωνικές ανισότητες, τείνουν να δημιουργούν πληθωρισμό κερδών και υπερκερδών για τους ισχυρούς και πληθωρισμό ακρίβειας για τους ευάλωτους και τη μεσαία τάξη.
Θανάσης Μπαταγιάννης
Γραμματέας Συντονιστικής ΠΑΣΟΚ Δήμου Τρικκαίων.