«Κι όμως δεν αυτοκτόνησα./ Είδατε ποτέ κανένα έλατο να κατεβαίνει/ μονάχο του σε πριονιστήριο;/ Η θέση μας είναι μέσα εδώ σ’ αυτό το δάσος/ με τα κλαδιά κομμένα, μισοκαμένους τους κορμούς/ με τις ρίζες σφηνωμένες μες τις πέτρες» (Άρης Αλεξάνδρου).
Η ρευστότητα της εποχής μας, οι συνεχείς οικονομικές και κοινωνικές αλλαγές δημιουργούν ένα κλίμα αβεβαιότητας κι ανασφάλειας στο σύγχρονο άνθρωπο και απαιτούν απ’ αυτόν ένα υψηλό επίπεδο προσαρμοστικότητας και υποταγής. Οι τεχνολογικές και επιστημονικές ανακαλύψεις πολλές φορές κραυγάζουν και επισημαίνουν την ασημαντότητα του ανθρώπου – δημιουργού και τον καλούν σε μια παραίτηση και σε έναν υποβιβασμό στη θέση του δημιουργήματος.
Στα νέα αυτά κοινωνικά δεδομένα που φθείρουν τον εσωτερικό κόσμο του ατόμου δοκιμάζεται η αντοχή του και η θέλησή του για αγώνα κι αντίσταση. Η αξία της στάσης του κάθε ανθρώπου χωριστά και της κοινωνίας γενικότερα θα κριθεί – κρίνεται από τον τρόπο που θα επιλέξει για την αντιμετώπιση της νέας «βαρβαρότητας» της εποχής μας. Η ισχυρή θέληση, η υπομονή, η προσπάθεια, η αποφασιστικότητα και η αγωνιστική διάθεση προβάλλουν ως μια αναγκαιότητα για την επιβίωση του σύγχρονου ανθρώπου. Ωστόσο, επειδή η αγωνιστικότητα δεν υφίσταται ως εγγενές στοιχείο στην ανθρώπινη φύση, χρειάζεται και τις ανάλογες προϋποθέσεις για να καλλιεργηθεί ως στάση ζωής και να εκφραστεί σωστά για την απελευθέρωση του ατόμου και την κοινωνική ανανέωση – εξέλιξη.
Αρχικά, ο ιδεολογικός εξοπλισμός του ατόμου συνιστά το αναγκαίο υπόβαθρο για την καλλιέργεια του αγωνιστικού πνεύματος. Αυτό συμβαίνει γιατί η ιδεολογία δεν αποτελεί απλά ένα εργαλείο ερμηνείας της πραγματικότητας, ούτε μια ιδεατή συναρμολόγηση ενός νέου κόσμου αλλά ταυτόχρονα κι ένα σύστημα αρχών και κανόνων που νοηματοδοτεί την ανθρώπινη ύπαρξη με μια θετική και «επιθετική» στάση ζωής. Οι ιδεολογίες, δηλαδή, διαμορφώνουν την ανθρώπινη προσωπικότητα και συμπεριφορά πάνω στη βάση της δυναμικής αντιμετώπισης της ζωής και των προβλημάτων. Επιπρόσθετα, οι ιδεολογίες εμπεριέχουν στον πυρήνα τους στοιχεία συλλογικών αναζητήσεων και οραμάτων που εμπνέουν την ψυχή του ατόμου, τροφοδοτούν τη δημιουργική αμφιβολία και χαρίζουν την αναγκαία αυτοπεποίθηση για τη χάραξη νέων λεωφόρων στην κοινωνική ζωή. Λειτουργούν ως πυροκροτητές της ανθρώπινης δράσης σε στόχους προοδευτικούς κι ανατρεπτικούς. Μετασχηματίζουν τον αθώο ιδεαλισμό κι αλτρουισμό σε δημιουργική δύναμη και ασίγαστο πάθος για κάτι υπερβατικό. Από την άλλη πλευρά απελευθερώνουν το υποκείμενο από το φόβο, τις αναστολές και το σύνδρομο της μοιρολατρίας. Ακυρώνουν, επομένως, την κίβδηλη ηθική της προσαρμογής στα δεδομένα, το πνεύμα της παραίτησης, το μακάριο εφησυχασμό στα κεκτημένα και την αυτοκατανάλωση στο δοκιμασμένο και το σταθερό. Σε όλα τα παραπάνω μπορεί να προστεθεί και η εκγύμναση του ανθρώπου στην ψυχολογία της ανατροπής και της εξέγερσης ως βασικών πυλώνων του αγωνιστικού πνεύματος.
Ο άνθρωπος, λοιπόν, που εμφορείται από κάποια ιδεολογία δεν αισθάνεται μετέωρος, ούτε ζει ή δημιουργεί στο κενό. Διεκδικεί με θάρρος το «αδύνατο» κι αντιπαρατίθεται τόσο με τις εσωτερικές ανασφάλειες όσο και τα εξωτερικά προβλήματα. Γι’ αυτό, επομένως, ο ιδεολογικός εξοπλισμός του ατόμου αποτελεί τον κινητήριο μοχλό και τον ασφαλή πλοηγό για την αγωνιστική στάση ζωής. Στην ευδοκίμηση του αγωνιστικού πνεύματος, όμως, συντελεί και η κριτική σκέψη. Η σχέση κριτικής σκέψης και αγωνιστικότητας είναι μια σχέση αιτιοκρατική. Κι αυτό γιατί το αγωνιστικό πνεύμα πυροδοτείται από το πνευματικό υπόβαθρο του ατόμου. Ειδικότερα, η κριτική σκέψη, ως το κατεξοχήν στοιχείο της πνευματικότητας, βοηθά το άτομο να μη μένει στα επιφαινόμενα αλλά να εισχωρεί στον πυρήνα των γεγονότων. Αυτή η ικανότητα, προϊόν της κριτικής σκέψης, διευκολύνει την πολύπλευρη και ουσιαστική κατανόηση της πραγματικότητας αλλά και την εκδήλωση – μορφοποίηση μιας ενεργητικής στάσης ζωής για υπέρβαση των κοινωνικών ατελειών και αδιεξόδων. Η κριτική, δηλαδή, σκέψη επωάζει τη θέληση για δράση, ανατροπή και αντίσταση που συνιστούν τους βασικούς πυλώνες του αγωνιστικού πνεύματος. Επιπρόσθετα, η κριτική σκέψη σε ένα άλλο επίπεδο διαπλάθει ελεύθερες προσωπικότητες που αρνούνται το συμβιβασμό, την υποτέλεια και την εξάρτηση. Έτσι, ανοίγει ο δρόμος για την ανυπακοή, την απειθαρχία και την εξέγερση που συνθέτουν την αγωνιστική διάθεση και νοοτροπία του υποκειμένου.
Ένας άλλος χώρος στον οποίο συγκλίνουν η κριτική σκέψη και η αγωνιστικότητα είναι αυτός της έρευνας, της σύγκρισης και της γόνιμης αμφισβήτησης που συνυφαίνουν την ελεύθερη δράση, τη δυναμική αντιμετώπιση των αντιξοοτήτων και το δημιουργικό πάθος. Όλα αυτά συντείνουν στην υπέρβαση των αγκυλώσεων που συντηρούν οι κοινωνικές φοβίες και τα ιδεολογικά στερεότυπα και βοηθούν το άτομο να ονειρευτεί και να παλέψει για έναν άλλο κόσμο.
Οι παραπάνω, λοιπόν, διαπιστώσεις τεκμηριώνουν με τον πιο αδιάψευστο τρόπο το ρόλο της κριτικής σκέψης στην καλλιέργεια και εκδήλωση της αγωνιστικότητας του ανθρώπου.
Συμπληρωματικά και κατά θετικό τρόπο στην ανθοφορία του αγωνιστικού πνεύματος λειτουργεί και η κοινωνική συνείδηση και ευαισθησία. Κι αυτό γιατί η κοινωνική συνείδηση ενεργοποιεί τα αντισώματα του ατόμου για την αντιμετώπιση εκείνων των προβλημάτων που ισοπεδώνουν την ανθρώπινη ύπαρξη και νεκρώνουν τις διαδικασίες προόδου και εξέλιξης της κοινωνίας. Το άτομο με υψηλό δείκτη κοινωνικής συνείδησης απεγκλωβίζεται από τα δεσμά του ατομικισμού και ευαισθητοποιείται σε θέματα κοινωνικά και τα οποία απαιτούν τη δυναμική αντίδραση όλων. Τα κοινωνικά, δηλαδή, ευαισθητοποιημένο άτομο παύει να αποτελεί νεκρό κύτταρο και μετασχηματίζεται σε υποκείμενο μιας αγωνιστικής πορείας. Γιατί η τόλμη και η διακινδύνευση ως στοιχεία της αγωνιστικότητας τρέφονται από την κοινωνική ευαισθησία και όχι από τη λατρεία του ατομικού χώρου και του Εγώ. Στο πεδίο αυτό σημαντική κρίνεται η συμβολή της κοινωνικοποίησης που έχει ως βασικό υπόβαθρο: Γνώση της πραγματικότητας → Σκέψη και προβολή μιας άλλης εικόνας του κόσμου → Δράση για την κατάκτηση του καλύτερου και υψηλότερου.
Ο αγώνας, λοιπόν, δικαιώνεται από τους στόχους που θέτει ο άνθρωπος αλλά κι από τα εφόδια που έχει. Αυτός ο αγώνας είναι δικαίωμα και χρέος συνάμα «Ν’ αγαπάς τον καθένα ανάλογα με τη συνεισφορά του στον αγώνα. Μη ζητάς φίλους˙ να ζητάς συντρόφους!» (Ν. Καζαντζάκης «Ασκητική»). Το αγωνιστικό πνεύμα «δοκιμάζει» την τόλμη μας, την ευψυχία μας, την αποφασιστικότητά μας και την ποιότητα του ηθικού και του κοινωνικού μας εξοπλισμού. Αντίθετα η ηττοπάθεια, η απόσυρση και η φυγομαχία δικαιώνουν τα λόγια του Κ. Παλαμά:
« Ανάξιος όποιος δεν μπορεί μες στο σεισμό, το χαλασμό κάστρο τη γνώμη του να στήσει και λέει: να ιδώ…».
Ηλίας Γιαννακόπουλος
Φιλόλογος