Στις καρναβαλικές εκδηλώσεις της Βιέννης, 152 χρόνια πριν, ακούστηκε για πρώτη φορά, το βαλς των βαλς, όπως έχει χαρακτηριστεί. Τίτλος του: «Στον Ωραίο Γαλάζιο Δούναβη» (AnderschönenblauenDonau).
Ένας Έλληνο-αυστριακός, ο Νικόλας Δούμπας, βλαχικής καταγωγής, ευεργέτης και επιχειρηματίας στηνπρωτεύουσα των Αψβούργων, τότε, είναι ο άνθρωπος που παρήγγειλε την σύνθεση του μουσικού έργου, στον φίλο του συνθέτη, Γιόχαν Στράους υιό.
Το μουσικό έργο ακούστηκε για πρώτη φορά στις 15 Φεβρουαρίου 1867, από την Ανδρική Χορωδία της Βιέννης. Ο συνθέτης δεν ήταν παρών στην πρεμιέρα και η παρουσίαση του δεν βρήκε απήχηση από το κοινό.
Λέγεται ότι ο Γιόχαν Στράους(1825-1899), είπε στον αδελφό του – επίσης συνθέτη – Γιόζεφ Στράους, μετά την πρώτη ατυχή παρουσίαση του «Γαλάζιου Δούναβη»: «Ο διάβολος μου πήρε το βαλς! Αυτό το βαλς θα ήθελα να ήταν επιτυχία».
• Ο Νικόλαος Δούμπας, ο «Γαλάζιος Δούναβης» και η καθιέρωση του μουσικού έργου
Ο ΝικόλαοςΔούμπας (1830-1900), ήταν μέλος του Συλλόγου της Ανδρικής Χορωδίας της Βιέννης από το 1852 και πρόεδρος από το 1865.
Ο συνθέτης, στην εξοχική κατοικία του Νικόλαου Δούμπα, στις όχθες του Δούναβη, συνέθεσε και πρωτοπαρουσίασε το έργο, αγαπημένο σήμερα σε όλα τα μήκη και πλάτη της γης, βαλς, που αποτελεί και ανεπίσημα τον εθνικό ύμνο της Αυστρίας.
Για τον Γιόχαν Στράους υιό, ο στίχος του Ούγγρου ποιητή Καρλ Μπεκ (1817-1879) για τον «Δούναβη, τον όμορφο γαλάζιο Δούναβη», αποτέλεσε πηγή έμπνευσης για την σύνθεση του βαλς.
Αφορμή για την δημιουργία του έργου, στάθηκε η ταπεινωτική ήττα του αυστριακού στρατού στον αυστροπρωσικό πόλεμο του 1866. Το κλίμα ήταν πολύ βαρύ στην Βιέννη.
Για αυτό, ο διευθυντής της Ανδρικής Χορωδίας της Βιέννης, Γιόχαν Χέρμπεκ, σκέφτηκε ότι η πρωτεύουσα των Αψβούργων έπρεπε να αποκτήσει την ζωντάνια της. Έπρεπε να ακουστεί μια νέα, ζωηρή, χαρούμενη και εντυπωσιακή μουσική. Τότε ήταν που ο Νικόλαος Δούμπας, ως πρόεδρος του Συλλόγου της Χορωδίας, αποφάσισε να παραγγείλει στον Γιόχαν Στράους μια σύνθεση σε χορωδιακή μορφή για να την ερμηνεύσει η Ανδρική Χορωδία της Βιέννης.
Το μουσικό έργο γράφτηκε το φθινόπωρο του 1866. Αρχικά, γράφτηκαν στίχοι από τον αστυνομικό και μέλος της χορωδίας Γιόζεφ Βάιλ, όμως το κοινό της Βιέννης θεώρησε ότι δεν ήταν ισάξιοι της ποιότητας της μουσικής του Γιόχαν Στράους και το 1890 αντικαταστάθηκαν με νέους από τον Αυστριακό δικηγόρο και συνθέτη, Φραντς φον Γκέρνερτ.
Μετά την πρώτη αποτυχημένη παρουσίασή του σε χορωδιακή μορφή, στο καρναβάλι της Βιέννης, το 1867, το έργο παρουσιάστηκε στην ορχηστρική του εκδοχή,το καλοκαίρι της ίδιας χρονιάς, στην Παγκόσμια Εμπορική Έκθεση στο Παρίσι, και γνώρισε αμέσως πολύ μεγάλη επιτυχία.
Για την αναγνώριση του έργου, ότι έβαλε το χεράκι του και ο Νικόλαος Δούμπας, καθώςο λόγος του μετρούσε.
Ο Ν.Δούμπαςήταν εκείνος που επέμεινε και δεν βγήκε εκτός προγράμματος αυτή η συγκεκριμένη σύνθεση, για να παιχτεί στο Παρίσι, όπως αρχικά είχε αποφασιστεί από τους μουσικούς της ορχήστρας.
Επίσης, με την δική του βοήθεια η Γαλλική εφημερίδα «Φιγκαρό», υποστήριξε την δουλειά του Γιόχαν Στράους και έτσι, έστρεψε τους Παριζιάνους να ακούσουν την μουσική του.
Μετά το Παρίσι, ο «Γαλάζιος Δούναβης», κατέκτησε το Λονδίνο και μετά μια μια όλες τις πρωτεύουσες της Ευρώπης.
Η Φιλαρμονική Ορχήστρα της Βιέννης και οι μαέστροι της, εύχονται «Καλή Χρονιά», κάθε χρόνο στην καθιερωμένη Πρωτοχρονιάτικη Συναυλία, λίγο πριν την εκτέλεση του έργου 314 «Στον Ωραίο Γαλάζιο Δούναβη», του Γιόχαν Στράους υιού.
Έτσι τα εκατομμύρια των τηλεθεατών που παρακολουθούν την συναυλία από την τηλεόραση και οι λίγοι τυχεροί που βρίσκονται μέσα στην Αίθουσα Φίλων Μουσικής (Musikverein) στην Βιέννη, δέχονται τις πρωτοχρονιάτικες ευχές , με πνεύμα ελπίδας, φιλίας και ειρήνης, με ένα βαλςζωηρό, χαρούμενο και εντυπωσιακό, που καθιέρωσε στους αιώνες το όνομα του συνθέτη του.