Η χρηματοδότηση των δήμων στη χώρα μας δεν είναι επαρκής για την αντιμετώπιση των αναγκών σε καθημερινή βάση.
Ιδιαίτερα σε μια περίοδο που οι δήμοι της χώρας έχουν αναλάβει και διάφορες αρμοδιότητες στη λογική της αποκέντρωσης των υπηρεσιών του κράτους, όπως τα ΚΕΠ και η στελέχωσή τους με το αντίστοιχο προσωπικό κ.ά. Τα χρηματοδοτικά εργαλεία δεν είναι αρκετά για να μπορεί ο εκάστοτε δήμος να λειτουργεί με οικονομική ευρωστία και ως εκ τούτου με όραμα για την περιοχή στην οποία εκτείνεται.
Δεν είναι λίγες οι φορές που οι οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης Α΄ βαθμού καταφεύγουν σε δανεισμό από πιστωτικά ιδρύματα για να καλύψουν ανάγκες που σχετίζονται με διάφορα μικρά ή μεγαλύτερα έργα αλλά και με κάλυψη εξόδων που προκύπτουν από έκτακτα γεγονότα. Το επιτελικό κράτος οφείλει να ιεραρχήσει τις προτεραιότητες οικονομικής ενίσχυσης των δήμων για να μπορούν να λειτουργούν οι υπηρεσίες αυτών απρόσκοπτα. Σημαντικό είναι επίσης να ενισχύονται αυτόνομα και με μεγαλύτερη χρηματοδότηση οι τοπικές κοινότητες για ν΄ αποφεύγονται καθυστερήσεις στην ολοκλήρωση απαραίτητων εργασιών.
Παράλληλα οι δήμοι πρέπει να έχουν μεγαλύτερη ευχέρεια σε συμβάσεις εργασίας με προσωπικό που θα καλύπτει πάγιες ανάγκες. Ένα από τα ζητήματα στα οποία το κεντρικό κράτος πρέπει να σκύψει με περισσότερη προσοχή είναι οι καθαρίστριες που απασχολούνται στις σχολικές μονάδες. Σε πολλές σχολικές μονάδες το προσωπικό καθαρισμού που απασχολείται με συμβάσεις ορισμένου χρόνου εργάζεται με τρίωρες συμβάσεις εργασίας εδώ και δύο χρόνια και μάλιστα σε μια περίοδο που το κεντρικό κράτος στα πλαίσια αντιμετώπισης της πανδημίας έπρεπε να λειτουργήσει χωρίς εκπτώσεις και να προσλάβει καθαρίστριες με αυξημένο ωράριο εργασίας για τη βέλτιστη αντιμετώπιση διασποράς της πανδημίας και της προστασίας των μελών της σχολικής κοινότητας. Ακόμη είναι σημαντικό το προσωπικό καθαρισμού των σχολικών μονάδων να εργάζεται με συμβάσεις αορίστου χρόνου γιατί καλύπτει πάγιες και διαρκείς ανάγκες.