Τα όσα συμβαίνουν το τελευταίο χρονικό διάστημα, τόσο στο ζήτημα του λεγόμενου «προσφυγικού» όσο και σε αυτό του τουρκικού επεκτατισμού, παραπέμπουν στην κινηματογραφική ορολογία «σκηνές από ταινία προσεχώς». Οι σκηνές που βλέπουμε να εκτυλίσσονται στα νησιά του Αιγαίου δείχνουν τον σχεδιασμό αλλαγής χρήσεως τους, με τις «ευλογίες» Τουρκίας-ΕΕ. Παύουν σταδιακά να είναι όπως τα γνωρίσαμε, δηλαδή τόποι Ελληνικής κυριαρχίας, γεωργικής παραγωγής και τουριστικής αξιοποίησης, καθώς μετατρέπονται σε απέραντες αποθήκες των ανθρωπίνων ψυχών που ολοένα και σε μεγαλύτερους βαθμούς εισέρχονται σε αυτά παρανόμως από τα ξέφραγα θαλάσσια σύνορα της Χώρας. Οι συνέπειες για τους Έλληνες κατοίκους αυτών των νησιών είναι σαφώς δυσμενείς. Ο τρόπος και ο ρυθμός ζωής δεκαετιών αλλάζει, η κοινωνία αποσυντίθεται, οι ντόπιοι κάτοικοι καθίστανται όμηροι στον Τόπο τους και θεατές των αλλαγών αυτών. Ο ΣΥΡΙΖΑ μέχρι τον περασμένο Ιούλιο και η ΝΔ στην συνέχεια εφαρμόζουν κατά γράμμα τις εντολές της ΕΕ, που καθιστούν την Ελλάδα «φράχτη» και «κυματοθραύστη» των «προσφύγων και μεταναστών» που έρχονται ασταμάτητα και ανενόχλητα από τις Μικρασιατικές ακτές.
Σκηνικά, όμως, σαν αυτά που διαδραματίζονται ήδη σε καθημερινή βάση στα νησιά θα δούμε σύντομα και σε άλλες περιοχές της Χώρας όπου και θα μεταφερθεί μέρος των «προσφύγων και μεταναστών». Κάτι απολύτως αναμενόμενο, καθώς όπου δημιουργούνται «δομές φιλοξενίας», «κλειστές» ή «ανοιχτές», ακολουθούν και τα πολλά προβλήματα. Αν σκεφτούμε ότι όσοι εισέρχονται λαθραία στην Ελλάδα εγκλωβίζονται σχεδιασμένα σε μία Χώρα που βρίσκεται στο επίκεντρο των διεκδικήσεων του τουρκικού επεκτατισμού. Σε μια περιοχή που η κυριαρχία της έχει «γκριζάρει» από την κραυγαλέα ανεξέλεγκτη δράση ΜΚΟ και διαφόρων επαγγελματιών της «ρευστοποίησης» χωρών και κοινωνιών.
Την ίδια στιγμή, μια από τις πιο χαρακτηριστικές μορφές της πολιτικής οικογενειοκρατίας στην Χώρα μας τις τελευταίες δεκαετίες, η Ντόρα Μπακογιάννη, δήλωνε με (ανατριχιαστικό) νόημα: «Αυτό που χρειάζεται η χώρα μας είναι εθνική ομοψυχία και εθνική συναίνεση στην πράξη και όχι μόνο στα λόγια, μακριά από λαϊκισμούς, πατριδοκαπηλίες και υψηλούς τόνους». Η Μπακογιάννη, στον ρόλο του «λαγού» (όπως άλλωστε και ο Θάνος Ντόκος, σύμβουλος του αδελφού της και πρωθυπουργού της Χώρας), σύρει τον χορό την δεδομένη στιγμή για τον «βάλτο» της Χάγης. Όλα τα κόμματα του «Συνταγματικού τόξου» μετέχουν «στο κόλπο».
Εκτός, όμως, από το πολιτικό προσωπικό, σε μεγάλο βαθμό διπλωμάτες και «διανοούμενοι» ευθυγραμμίζονται σε αυτόν τον εθνικά ζημιογόνο σχεδιασμό, καλλιεργώντας καταλλήλως το έδαφος για τον ενδοτισμό. Αυτή η ενδοτική γραμμή, μαζί με τα ταξίδια Μητσοτάκη, τις επιστολές Πομπέο και τα… κολακευτικά λόγια του Τραμπ για τον πρωθυπουργό, αποτελούν (υποτίθεται) «την εφαρμογή μιας συνεκτικής, υπεύθυνης, εθνικής γραμμής» που ανταποκρίνεται με επιτυχία στα προβλήματα και εγγυάται (δήθεν) ορισμένες «κόκκινες γραμμές». Μόνο που στην πραγματικότητα η γραμμή αυτή απλά συγκαλύπτει τον συντελούμενο θρυμματισμό και το κομμάτιασμα της Χώρας και οδηγεί σε μια οδυνηρή συνθηκολόγηση χωρίς προηγούμενο. Γι’ αυτό, λοιπόν, και η «στρατηγική της Χάγης» είναι κίβδηλη, αναποτελεσματική, επικίνδυνη. Μπορεί η Ντόρα Μπακογιάννη, με την φιλελεύθερη και κοσμοπολίτικη σκέψη της, να… αηδιάζει όταν ακούει για «λαϊκισμούς, πατριδοκαπηλίες και υψηλούς τόνους», επί της ουσίας, όμως, περιγράφει την τακτική υποτέλειας που ακολουθεί ο εξουσιαστικός (παντός κόμματος και κυβέρνησης) «ρεαλισμός».
Τα συμπεράσματα που βγάζει από την προσεκτική παρακολούθηση των γεγονότων κάθε Συνειδητοποιημένος Έλληνας Εθνικιστής και Πατριώτης είναι ότι υπάρχει μια οργανική ενότητα ανάμεσα στα οικονομικά μνημόνια του χθες και τα γεωπολιτικά μνημόνια του σήμερα. Ένα ενιαίο σχέδιο τιμωρίας, υποδούλωσης και συρρίκνωσης της Ελλάδας, διαμοιρασμού της περιουσίας της ανάμεσα στα αδηφάγα και αδίστακτα αρπακτικά του χρηματιστικού κεφαλαίου, χρησιμοποίησής της ως «σκιάχτρο» και «φράχτη» για τους «πρόσφυγες και μετανάστες». Η πολυδιαφημιζόμενη «γραμμή της Χάγης» χρησιμεύει ως φύλλο συκής, ως γραμμή άμυνας, όχι της Πατρίδας και του Λαού, αλλά ενός εγχώριου πολιτικού προσωπικού που προκειμένου να εξασφαλίσει την διατήρηση της διαχείρισης των στενών συντηρητικών συμφερόντων του θέλει να κλείσει την «υπόθεση» με μεγάλες υποχωρήσεις, ψάχνοντας βεβαίως τον τρόπο να παρουσιάσει το ξεπούλημα και την προδοσία ακόμη και ως «μεγάλη εθνική επιτυχία»…
Βεβαίως, η όλη κατάσταση είναι κατά πολύ χειρότερη από ό,τι την παρουσιάζουν η «ελληνική» κυβέρνηση και τα διαπλεκόμενα ΜΜΕ. Η εθνική κρίση που κοντοζυγώνει θα είναι ολκής και με καθόλου εγγυημένη την διαχείρισή της από την κυβέρνηση και τον υπόλοιπο συστημικό πολιτικό κόσμο. Είναι κάτι παραπάνω από εμφανές ότι δεν μπορούμε ούτε να ελπίζουμε ούτε να περιμένουμε τίποτα απολύτως το θετικό από την πολιτική «ηγεσία» του «Συνταγματικού τόξου». Όπως, επίσης, είναι ολοφάνερο ότι το λεγόμενο «προσφυγικό» και ο ξεκάθαρος τουρκικός επεκτατισμός αποτελούν τους δύο μεγάλους άξονες πίεσης που ολοένα και περισσότερο θεριεύουν και εγκυμονούν τεράστιους κινδύνους για το Έθνος των Ελλήνων.
Σ’ αυτήν την παρακολούθηση των «σκηνών από ταινία προσεχώς» οι Έλληνες Εθνικιστές οφείλουν να μην παραμείνουν παθητικοί θεατές. Ας φροντίσουμε, μέσα από τους Αγώνες για Εθνική Συσπείρωση, Συνειδητοποίηση, Επιβίωση, Ανόρθωση, να δώσουμε το «τέλος» που Εμείς επιθυμούμε.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΙΣΙΑΚΑΣ