Του Ηλία Γιαννακόπουλου, Φιλολόγου
(ανοιχτή επιστολή στον Άγγλο Πρωθυπουργό)
Ο πρώην Άγγλος Πρωθυπουργός Μπόρις Τζόνσον σε συνέντευξή του σε αθηναϊκή εφημερίδα είχε αποκλείσει κατηγορηματικά την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα στην Ελλάδα. Ειδικότερα ο «Φιλέλλην» πρωθυπουργός δήλωσε:
«Ωστόσο η βρετανική κυβέρνηση έχει μία σταθερή και μακροχρόνια θέση για τα Γλυπτά: Αποκτήθηκαν νομίμως από τον λόρδο Έλγιν, σύμφωνα με τους νόμους που ίσχυαν εκείνη την εποχή. Ο νόμιμος ιδιοκτήτης τους είναι οι Επίτροποι του Βρετανικού Μουσείου από τότε που περιήλθαν στην κατοχή τους».
Συναφείς με τις παραπάνω θέσεις του Τζόνσον είναι κι αυτές του Βρετανού ιστορικού Ντέιβιντ Αμπουλάφια που σε άρθρο του στην Βρετανική Telegraph μεταξύ των άλλων ανιστόρητων έγραψε:
“ Τα γλυπτά ανήκουν στο Λονδίνο και όχι στα στενά όρια του μουσείου της Ακρόπολης…Πέρα από τη νομιμότητα, δεν υπάρχει ούτε ηθική ούτε πολιτική υπόθεση…Η υπόθεση για την επιστροφή των Μαρμάρων έχει εξαρτηθεί από τις εθνικιστικές ιδέες των Ελλήνων” ( Ντέιβιντ Αμπουλάφια, Άγγλος Ιστορικός).
Στο θέμα της επιστροφής των Γλυπτών του Παρθενώνα παρενέβη με συνέντευξή της και η Υπουργός Πολιτισμού του Ηνωμένου Βασιλείου Μισέλ Ντόνελαν.
“ Τα γλυπτά του Παρθενώνα ανήκουν εδώ στο Ηνωμένο Βασίλειο και δεν πρέπει να επιστραφούν στην Ελλάδα…Η αποστολή των γλυπτών στην Ελλάδα θα άνοιγε τον ασκό του Αιόλου και επομένως θα ακολουθούσαμε έναν επικίνδυνο δρόμο καθώς μια τέτοια εξέλιξη θα πυροδοτούσε συζητήσεις σχετικά με όλα τα εκθέματα του μουσείου”.
Οι παραπάνω δηλώσεις της Βρετανίδας Υπουργού δεν αποκαλύπτουν μόνον την διάσταση που υπάρχει μεταξύ της κυβέρνησης και του Βρετανικού Μουσείου, αλλά και την πραγματική αιτία για την άρνηση της πολιτικής ηγεσίας να επιστρέψει στην Ελλάδα τα Γλυπτά του Παρθενώνα (“θα άνοιγε τον ασκό του Αιόλου”).
Στην συνέχεια των δηλώσεών της η Υπουργός κάλυψε ή επανέφερε στην τάξη και τον πρόεδρο του Μουσείου, Τζορτζ Όσμπορν, δηλώνοντας εμφαντικά :
“Δεν πρόκειται να τα στείλει πίσω. Δεν είναι αυτή η πρόθεση του. Δεν έχει καμία επιθυμία να το κάνει”.
Αν, όμως, έτσι έχουν τα πράγματα, τότε πόθεν η αισιοδοξία του Έλληνα Πρωθυπουργού;
Στον απόηχο των τελευταίων δημοσιευμάτων για μία ενδεχόμενη συμφωνία σχετική με την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα στην Ελλάδα επανέρχεται και πάλι το θέμα της αναγκαιότητας να πεισθεί η κοινή γνώμη πως τα γλυπτά του Παρθενώνα αποτελούν προϊόν κλοπής και ως εκ τούτου κάθε συζήτηση για δανεισμό τους πάσχει τόσο νομικά όσο και ηθικά.
Ο Βρετανικός τύπος έχει πλημμυρίσει από άρθρα και θέσεις Άγγλων πολιτικών, ιστορικών, αρχαιολόγων και άλλων πνευματικών ανθρώπων που άλλοτε χαρακτηρίζονται από μία νηφαλιότητα και ευνοϊκή διάθεση για επιστροφή των Γλυπτών κι άλλοτε από έναν παραληρηματικό λόγο, που εξακολουθεί να ονομάζει τα Γλυπτά, Ελγίνεια Μάρμαρα (Αμπουλάφια).
Οι αντιδράσεις της πολιτικής ηγεσίας του Υπουργείου Πολιτισμού, των πνευματικών ανθρώπων της χώρας μας και της κοινής γνώμης ήταν άμεσες και έντονες (δεν έλειψαν βέβαια και δηλώσεις που διακονούν πολιτικές και κομματικές σκοπιμότητες).Στην επιχειρηματολογία για την επιστροφή των Γλυπτών θα μπορούσε να προστεθεί και η παρακάτω ανοικτή επιστολή προς τον Άγγλο Πρωθυπουργό:
Κύριε Πρωθυπουργέ,
Τα τελευταία χρόνια στη μικρή μας χώρα που βρίσκεται στην επικαιρότητα και προκαλεί το ενδιαφέρον όλων είναι αυτό της επιστροφής των Γλυπτών του Παρθενώνα, γνωστά και ως «Ελγίνεια Μάρμαρα». Η επιστολή μου αυτή αισθητοποιεί το ενδιαφέρον αλλά και την ευαισθησία της νέας γενιάς των Ελλήνων προς την πνευματική τους κληρονομιά.
Όπως γνωρίζετε πριν από χρόνια η αείμνηστη υπουργός πολιτισμού Μελίνα Μερκούρη υπέβαλε αίτηση στο αρμόδιο υπουργείο και μουσείο της χώρας σας ζητώντας την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα στην Ελλάδα.
Τα Μάρμαρα αυτά βρίσκονται σε μουσείο της Αγγλίας από το 1816, αφότου δηλαδή ο Έλγιν τα αφαίρεσε από το «φυσικό» τους χώρο (Παρθενώνα). Η Ελλάδα τότε ήταν υποδουλωμένη και δεν υφίστατο ως ελεύθερο και αυτοδιοικούμενο κράτος. Η αδιαφορία των Τούρκων απέναντι στην ελληνική παράδοση (αρχαίοι ναοί), η άγνοια των υποδουλωμένων Ελλήνων σε θέματα αρχιτεκτονικής και η υποκριτική «ευαισθησία» του συμπατριώτη σας σε θέματα αρχαίας τέχνης στέρησαν από τη χώρα μας ένα λαμπρό κομμάτι από τον περίτεχνο ναό του Παρθενώνα. Η ενέργεια αυτή του Έλγιν από τους Έλληνες χαρακτηρίζεται ως «κλοπή» και από τους συμπατριώτες σας ως «νόμιμη» πράξη.
Επειδή όμως, κύριε πρωθυπουργέ, η αντιπαράθεση γύρω από τους χαρακτηρισμούς μιας πράξης του παρελθόντος δεν λύνει προβλήματα αλλά δημιουργεί εντάσεις, έκρινα ως Έλληνας Πολίτης να σάς εκθέσω τους λόγους για τους οποίους επιβάλλεται να επιστραφούν στη χώρα μας τα γλυπτά του Παρθενώνα.
Α. Οι τίτλοι ιδιοκτησίας των Γλυπτών ανήκουν στη χώρα – δημιουργό
Πρωτίστως η επιστροφή συνιστά μια πράξη σεβασμού στις αρχές του διεθνούς δικαίου. Η επιχειρηματολογία ότι τα μάρμαρα τα κατέχει «νόμιμα» το Αγγλικό κράτος, αφού η ενέργεια του Έλγιν έγινε κατόπιν συμφώνου γνώμης και της Οθωμανικής κυβέρνησης, δεν ευσταθεί∙ αφενός μεν γιατί δεν υπάρχουν τα απαραίτητα αποδεικτικά στοιχεία (σχετικά έγγραφα) και αφετέρου επειδή η αφαίρεση έγινε σε μια εποχή και με έναν τρόπο που περισσότερο προσεγγίζει την «κλοπή» και λιγότερο μια πράξη «εμπορική» – «αγοραπωλησία». Εξάλλου κανείς δεν διανοείται σήμερα να υποστηρίξει ότι κατέχει τίτλους ιδιοκτησίας αρχαιολογικών θησαυρών ξένων χωρών. Τα πολιτιστικά προϊόντα βέβαια ανήκουν σε όλον τον κόσμο αλλά οι «τίτλοι» ιδιοκτησίας ανήκουν στο δημιουργό και στο λαό του.
Β. Σεβασμός στο διεθνές δίκαιο και στις αρχές της Ηθικής
Πέρα όμως από το σεβασμό στους κανόνες του διεθνούς δικαίου η επιστροφή συνιστά και μια πράξη σεβασμού στις αξίες και αρχές της ηθικής. Αισθητοποιεί, δηλαδή, την πειθαρχία και συμμόρφωση σε κανόνες και αξίες που υπερβαίνουν την κυρίαρχη οικονομική και εθνικιστική λογική και αναδεικνύουν την αυταξία του σεβασμού απέναντι στην πολιτιστική κληρονομιά ενός λαού.
Γ. Η καλύτερη διαφήμιση των Γλυπτών είναι ο φυσικός τους χώρος – ο Παρθενώνας
Σε ένα δεύτερο επίπεδο η επιχειρηματολογία ότι τα Γλυπτά του Παρθενώνα ευρισκόμενα στο Μουσείο της χώρας σας συνιστούν μια διαφήμιση της Ελλάδας στο εξωτερικό είναι διάτρητη. Η χώρα μας διαφημίζεται αποτελεσματικότερα, αν τα αρχαιολογικά της ευρήματα βρίσκονται στην πατρίδα τους. Κάθε καλλιτεχνικό – ιστορικό δημιούργημα φωτίζεται καλύτερα στο χώρο που γεννήθηκε και ανάλογα λαμπρύνει αυτόν. Οι επισκέπτες και οι τουρίστες κατανοούν καλύτερα το «μέγεθος» και την αξία ενός γλυπτού, όταν το δουν στο φυσικό του χώρο και όχι ως «έκθεμα» στα ψεύτικα φώτα μιας αίθουσας.
Επί πλέον, στις μέρες μας οι ανταλλαγές και οι διακρατικές εκθέσεις αριστουργημάτων της τέχνης είναι σύνηθες φαινόμενο (έργα Picasso στην Αθήνα…) κι αυτό δίνει την ευκαιρία σε ντόπιους και ξένους να θαυμάσουν όλα τα εκθέματα της παγκόσμιας τέχνης (αρχαίας και νεότερης). Η καλύτερη διαφήμιση, λοιπόν, μιας χώρας είναι όταν ο επισκέπτης γνωρίζει και το λαό όπως και το φυσικό περιβάλλον αυτής, τμήμα και προϊόν της οποίας είναι και το άγαλμα ή το γλυπτό.
Δ. Το μουσείο Ακρόπολης
Τα επιχειρήματα, επίσης, των υπεύθυνων του μουσείου, όπου βρίσκονται τα γλυπτά του Παρθενώνα, περί κινδύνων καταστροφής λόγω της ρύπανσης της ατμόσφαιρας δεν ευσταθούν, γιατί είναι υπερβολικοί οι φόβοι για την «μολυσμένη» ατμόσφαιρα της Αθήνας. Εξάλλου και στη δική σας χώρα, όπως ομολόγησαν οι υπεύθυνοι συντήρησης αρχαιολογικών ευρημάτων, τα μάρμαρα υπέστησαν ζημιές (1938) κατά τη διάρκεια της συντήρησής τους. Οι Έλληνες έχουν περισσότερους επίσης λόγους να είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί τόσο στη συντήρηση και προστασία από τη μόλυνση του περιβάλλοντος όσο και στην ασφαλή φύλαξή τους.
Αν η δυσπιστία των Άγγλων αρχαιολόγων για την ασφαλή φύλαξη ήταν δικαιολογημένη κατά το παρελθόν, σήμερα είναι χωρίς περιεχόμενο, γιατί ήδη στη χώρα μας λειτουργεί το μουσείο της Ακρόπολης, όπου εκτίθενται όλα τα αρχαιολογικά ευρήματα του Ιερού βράχου.
Ε. Το επιχείρημα της Ολισθηρής Πλαγιάς
(Οι φόβοι για οικονομική ζημιά)
Ωστόσο θα μπορούσαμε να κατανοήσουμε τους φόβους σας για τυχόν οικονομική ζημιά από την επιστροφή των γλυπτών στην Ελλάδα. Η οικονομική όμως και καλλιτεχνική ζημιά του μουσείου – ων σας θα μπορούσε να ελαχιστοποιηθεί, αν στη θέση των αυθεντικών γλυπτών τοποθετούσατε αντίγραφα.
Η σύγχρονη τεχνολογία μπορεί να βοηθήσει σε αυτό. Στους παραπάνω φόβους σας ίσως προστίθεται κι ένας άλλος, κατανοητός μεν αλλά όχι και ικανός να αποτρέψει την επιστροφή των γλυπτών, και αφορά στην απογύμνωση πολλών ξακουστών μουσείων από διεκδικήσεις παρόμοιες με τις Ελληνικές θα αποτελέσει, δηλαδή, «άλλοθι» για πολλές χώρες μια τυχόν επιστροφή των γλυπτών του Παρθενώνα στην Ελλάδα.
Σε αυτούς τους ενδοιασμούς μπορούμε να αντιτείνουμε πως ο σεβασμός της πατρότητας – εθνικότητας των έργων τέχνης υπερτερεί έναντι οποιασδήποτε σκοπιμότητας από την πλευρά των χωρών που εκθέτουν στα μουσεία τους έργα τέχνης που ανήκουν σε άλλους λαούς. Μπορεί τα διάφορα έργα τέχνης της Ελληνικής αρχαιότητας που κοσμούν τα ξένα μουσεία να είναι οι καλύτεροι πρεσβευτές της Ελλάδας στο Εξωτερικό, αυτό όμως δεν νομιμοποιεί και τη «μόνιμη απουσία» τους από το φυσικό τους χώρο.
ΣΤ. Τα Γλυπτά είναι η Ταυτότητά μας
Πέρα όμως από όλους τους παραπάνω λόγους, κ. Πρωθυπουργέ, που επιχειρηματολογούν υπέρ της επιστροφής των «Γλυπτών του Παρθενώνα», υπάρχει κι ένας άλλος που συνθέτει όλους αυτούς.
Για τους σύγχρονους Έλληνες τα γλυπτά αυτά αποτελούν κομμάτι της εθνικής μας παράδοσης και με την έννοια αυτή η αξία τους είναι καταλυτική στη διαμόρφωση της εθνικής μας ταυτότητας μέσα από τη διατήρηση της ιστορικής μας μνήμης. Η ατομική και εθνικής μας αυτογνωσία προϋποθέτει – χωρίς αυτό να συνιστά εθνικιστική συμπεριφορά – τη συνεχή επαφή με έργα τέχνης που σημάδεψαν ανεξίτηλα τον πνευματικό μας πολιτισμό. Η παρουσία των γλυπτών του Παρθενώνα σε Ελληνικό Μουσείο προβάλλει την ιστορική συνέχεια του Ελληνισμού σε μια εποχή που διάφοροι εχθροί απεργάζονται την παραχάραξη της ιστορίας μας.
Για τους Έλληνες το «λαξευμένο μάρμαρο» δεν είναι ένα ψυχρό υλικό αλλά μια «πανοπλία» που μας προστατεύει από το σύγχρονο πνεύμα της παγκοσμιοποιημένης ομοιομορφίας και αλλοίωσης των εθνικών ιδιαιτεροτήτων. Οι θεσπέσιες μορφές των αγαλμάτων, πέρα από την αισθητική τους αξία, αισθητοποιούν και προβάλλουν τη μοναδικότητα ενός λαού αλλά και τη δυναμική αυτού – ικανότητα να γονιμοποιεί με νέους τρόπους το σύγχρονο παγκόσμιο πολιτισμό.
Τα γλυπτά είναι η εθνική μας μνήμη – Το πρόσωπό μας
κ. Πρωθυπουργέ,
Η αίτησή μας για επιστροφή των γλυπτών του Παρθενώνα δεν πηγάζει, λοιπόν, από έναν άκαιρο ελληνικό εθνικισμό ή από μια ανομολόγητη επιθυμία να «ξεχωρίσουμε» από τα άλλα έθνη, αλλά από την αταλάντευτη απόφασή μας να εξακολουθήσουμε να υπάρχουμε στο νέο παγκόσμιο τοπίο μαζί με τους άλλους, χωρίς να χάσουμε το «πρόσωπό» μας. Δεν είναι λόγοι μιας «τραγικής» εθνικής υπεροψίας αλλά η θέληση ενός μικρού και ειρηνικού λαού να έχει ταυτότητα σε ένα απρόσωπο ομογενοποιημένο κόσμο.
Ως ηγέτης ενός ιστορικού λαού με ευαισθησία σε θέματα εθνικής παράδοσης μπορείτε να βοηθήσετε στην επιστροφή των γλυπτών του Παρθενώνα στην Ελλάδα. Μια τέτοια απόφαση θα τιμήσει της χώρα σας και θα αναδείξει το σεβασμό σας προς το διεθνές δίκαιο και την ηθική.
Είμαστε όλοι Έλληνες…
Ο Άγγλος ποιητής Persy Shelley είχε διακηρύξει πως:
«Είμαστε όλοι Έλληνες. Οι νόμοι μας, η λογοτεχνία μας, η θρησκεία μας, οι τέχνες μας, έχουν τις ρίζες τους στην Ελλάδα».
Ένας άλλος Άγγλος, κ. Πρωθυπουργέ, ο Λόρδος Βύρων, αγωνίστηκε και πέθανε στη χώρα μας υπερασπιζόμενος το δικαίωμα της ελευθερίας του λαού μας. Ο θάνατός του συγκίνησε το πανελλήνιο και αποτέλεσε την κορυφαία στιγμή του Φιλελληνισμού του 19ου αιώνα. Μια θετική πρότασή σας για επιστροφή των γλυπτών στην Ελλάδα θα σας κατατάξει – αναβιβάσει στο βάθρο του πρώτου Φιλέλληνα του 21ου αιώνα.
Τα Γλυπτά του Παρθενώνα 206 χρόνια «ζουν» κάτω από το τεχνητό φως των προβολέων του μουσείου σας. Είναι καιρός να επιστρέψουν στο Ελληνικό Φως που ύμνησαν και πολλοί Άγγλοι ποιητές. Ο Φειδίας θα μπορούσε να συγχωρέσει τον Έλγιν. Μπορεί τα πολιτιστικά προϊόντα να μην έχουν «ιδιοκτήτες» αλλά σίγουρα έχουν έναν τόπο που τα γέννησε. Ένα χώμα κι ένα φως που τα ανέδειξε και προ πάντων έναν λαό που τα αγκάλιασε…-
Με τιμή,
Ηλίας Γιαννακόπουλος
Έλληνας Πολίτης