Ενώ στην υπόλοιπη Ελλάδα οι καρναβαλικές εκδηλώσεις έχουν τις ρίζες τους στις αρχαίες Διονυσιακές γιορτές, στην πόλη της Κέρκυρας οι ρίζες του καρναβαλιού βρίσκονται στο Βενετσιάνικο Καρναβάλι, από τους Βενετούς που κατοικούσαν στο νησί την περίοδο της Ενετοκρατίας (1385 -1796).
Αρχικά οι εκδηλώσεις, που ήταν χοροί με μάσκες και ευρωπαϊκές ενδυμασίες, γίνονταν σε εσωτερικό χώρο και συμμετείχαν οι άρχοντες και οι ευγενείς, Βενετοί και Κερκυραίοι.
Η ανάπτυξη του Λυρικού Θεάτρου στην Κέρκυρα, που καλούνταν ιταλικοί θίασοι και παρουσίαζαν τις όπερες που ανέβαιναν τότε στις Ιταλικές πόλεις όπως η Βενετία, έπαιξε σημαντικό ρόλο.
Την περίοδο του καρναβαλιού διοργανώνονταν στο Θέατρο της Κέρκυρας "SanGiacomo" χοροεσπερίδες με καλοντυμένους μασκαράδες, άνδρες και γυναίκες.
Το 1720 η "Λέσχη των Ευγενών", τόπος συνάντησης για συζητήσεις, εκδηλώσεις και ψυχαγωγία, σύμφωνα με τα πρότυπα των Ιταλικών πόλεων της Αναγέννησης, μετατράπηκε σε Θέατρο με την ονομασία "NobileTeatro di SanGiacomo".
Στις χοροεσπερίδες εκείνες, κυρίες με φανταχτερά φορέματα που τα είχαν ράψει ειδικά για αυτή την περίσταση σε ειδικές μοδίστρες, παρακολουθούσαν τους χορούς από τα θεωρεία και αντάλλασσαν με τους κυρίους των άλλων θεωρείων, εκτός από ματιές και ραβασάκια και επισκέψεις στα θεωρεία κατά την διάρκεια των διαλειμμάτων του χορού.
Την Τυρινή, ο χορός ήταν ο μεγαλύτερος σε διάρκεια, παρατείνονταν μετά τα μεσάνυχτα και ήταν η βραδιά που κατά το έθιμο… έπεφταν οι μάσκες.
Με την πάροδο των χρόνων αυτές οι καρναβαλικές εκδηλώσεις, επεκτάθηκαν από το Θέατρο"SanGiacomo", στις σάλες των αρχοντικών και σε μεγάλες αίθουσες.
Οι εκδηλώσεις βγήκαν επίσης σε εξωτερικούς χώρους, καθώς ευγενείς μεταμφιεσμένοι σε ντόμινα και αρλεκίνους, έστηναν εξέδρες στολισμένες με λουλούδια και πρασινάδες και συναγωνίζονταν ποιος θα έχει την καλύτερη διακόσμηση.
Οι περαστικοί καταβρέχονταν με λουλούδια, κολόνια και σερπαντίνες.
Την τελευταία Κυριακή του καρναβαλιού, περιδιάβαιναν όλοι οι μεταμφιεσμένοι στο Λιστόν, το οποίο σήμερα αποτελεί το κοσμοπολίτικο κέντρο της πόλης, αλλά τότε ήταν, ο κεντρικός δρόμος που μπορούσαν να τον περπατήσουν μόνο οι ευγενείς.
Για αυτό, κατά μία εκδοχή,το περίφημο Λιστόν, οφείλει την ονομασία του στον εκεί αναρτημένο κατάλογο με τα ονόματα των ευγενών – το λεγόμενο «libro d’ oro» – οι οποίοι είχαν το αποκλειστικό δικαίωμα να απολαμβάνουν τον περίπατο τους στο συγκεκριμένο δρόμο.