Ο Γιάννης Μπουτάρης, εξέχουσα προσωπικότητα της Θεσσαλονίκης, έφυγε από τη ζωή στις 9 Νοεμβρίου 2024, σε ηλικία 82 ετών, έχοντας δίπλα του την οικογένειά του. Η είδηση του θανάτου του προκάλεσε θλίψη στην πόλη και σε όλη την Ελλάδα, καθώς υπήρξε σημαντική μορφή στον επιχειρηματικό, πολιτικό και κοινωνικό χώρο.
Γεννημένος στις 13 Ιουνίου 1942 στη Θεσσαλονίκη, ο Μπουτάρης σπούδασε Χημεία στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και εξειδικεύτηκε στην Οινολογία. Συνέχισε την οικογενειακή παράδοση στον χώρο του κρασιού μέσω της εταιρείας «Ι. Μπουτάρης & Υιός», που ιδρύθηκε το 1879. Το 1996 αποχώρησε από την εταιρεία και ίδρυσε την «Κυρ-Γιάννη», με οινοποιεία σε ιδιόκτητους αμπελώνες στη Νάουσα και το Αμύνταιο, την οποία σήμερα διευθύνουν οι δύο του γιοι.
Στον πολιτικό στίβο, ο Μπουτάρης εξελέγη δήμαρχος Θεσσαλονίκης το 2010 και υπηρέτησε για δύο θητείες έως το 2019. Κατά τη διάρκεια της θητείας του, προώθησε την εξωστρέφεια της πόλης, ενίσχυσε τον τουρισμό και ανέδειξε την πολυπολιτισμική της κληρονομιά. Στις δημοτικές εκλογές του Οκτωβρίου 2023, εξελέγη εκ νέου δημοτικός σύμβουλος με την παράταξη του Σπύρου Πέγκα, λαμβάνοντας ρεκόρ ψήφων.
Πέρα από την επιχειρηματική και πολιτική του δράση, ο Μπουτάρης υπήρξε ιδρυτικό μέλος του Μακεδονικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης και του Κέντρου Υποστήριξης Εξαρτημένων «Όασις», καθώς και ιδρυτής του «Αρκτούρου», οργανισμού για την προστασία της καφέ αρκούδας και της άγριας ζωής. Τιμήθηκε με πολλές διεθνείς και εθνικές διακρίσεις για τη συμβολή του στην κοινωνία και τον πολιτισμό.
Η οικογένειά του, μέσω ανακοίνωσης, ανέφερε: «Ο Γιάννης Μπουτάρης δεν είναι πια μαζί μας. Έφυγε από τη ζωή σήμερα το βράδυ, σε ηλικία 82 ετών, έχοντας δίπλα του την οικογένειά του. Οραματιστής, χαρισματικός, πρωτοπόρος, αντισυμβατικός, ο Γιάννης Μπουτάρης είναι η ιστορία, αλλά και η πηγή έμπνευσης της αναγέννησης του ελληνικού κρασιού. Και όχι μόνο. Μια ανεξάντλητη δύναμη της φύσης που απαντούσε στο μικρό της όνομα. Ο κυρ-Γιάννης θα βρίσκεται για πάντα στην καρδιά μας».
Η απώλεια του Γιάννη Μπουτάρη αφήνει ένα δυσαναπλήρωτο κενό στην κοινωνία της Θεσσαλονίκης και της Ελλάδας. Η παρακαταθήκη του, ωστόσο, θα συνεχίσει να εμπνέει τις επόμενες γενιές.