Κρίμα Μίκη. Ναι κρίμα. Κρίμα όμως όχι για εσένα αλλά για εμάς. Γιατί ακόμη και εγώ που γράφω αυτές τις γραμμές σε αποκαλώ Μίκη. Λες και είμαστε φίλοι. Λες και είμαστε συνομήλικοι. Γιατί σε αυτή τη χώρα θέλουμε όλοι να πάρουμε λίγο λάμψη από το φως κάποιου αλλά είμαστε και οι πρώτοι που λιθοβολούμε.
Ποιοι είμαστε εμείς μωρέ να κρίνουμε το Μίκη; Ποιοι είναι αυτοί που έφτασαν να μιλήσουν για τη διαύγεια του πνεύματος σου στην ηλικία που τώρα βρίσκεσαι;
Δοκίμασαν μωρέ να μιλήσουν σε δέκα ανθρώπους και να τους παρακολουθούν και οι δέκα; Δοκίμασαν τη γεύση της βεβήλωσης του σπιτιού τους και το κουράγιο που χρειάζεται να πας απέναντι στις απειλές; Τολμούν να πουν τη λέξη πατριώτης;
Κατάλαβαν νομίζεις όταν τους είπες ότι είσαι διεθνιστής γιατί αυτός ο λαός έδειξε την αγάπη του σε όσους τη ζήτησαν αλλά και πατριώτης γιατί άλλο πράγμα είναι να προσφέρω και άλλο πράγμα να θέλεις να μου πάρεις αυτό που άφησαν οι πρόγονοι μου;
Κατάλαβαν νομίζεις ότι άλλο πράγμα είναι να σκορπίσω πολιτισμό σε όλο το κόσμο και άλλο είναι να θέλεις να οικειοποιηθείς τη δική μου ιστορία;
Ξέρεις, ποια είναι όμως η μεγαλύτερη αλήθεια; Ξέρεις τι τους ενόχλησε περισσότερο; Όχι ότι πήγες εκεί .Όχι γιατί για άλλη μια φορά ήσουν συνεπής στο ραντεβού σου με την ιστορία. Όχι ότι μίλησες. Αυτό που τόλμησες και ξεστόμισες Μίκη.
Τόλμησες και είπες τη φράση «Κυρίαρχε Ελληνικέ λαέ». Αυτό τους πείραξε. Αυτό τους ενόχλησε. Γιατί του θύμισες ότι υπάρχει λαός. Γιατί δεν τους έβαλες σε ομάδες. Δεν τους έβαλες σε κόμματα. Γιατί υπενθύμισες ότι αυτή η γη είναι δική τους και δική μας. Γιατί το είπες πολλές φορές.
Γιατί δεν είμαστε έτοιμοι ακόμη να ενωθούμε μετά από τόσα χρόνια κρίσης. Γιατί θέλει ο καθένας να καυχιέται ότι η επιτυχία είναι δική του και η αποτυχία είναι του άλλου. Γιατί πάνω από το «εμείς» υπάρχει το «εγώ».
Κρυβόμαστε Μίκη ακόμη και εμείς οι ίδιοι από τον εαυτό μας.
Γιατί λέμε κρίμα για το διπλανό μαγαζί που έκλεισε αλλά έχουμε και μια κρυφή χαρά μέσα μας ότι θα αυξηθεί η δική μας δουλειά.
Γιατί πριν μιλήσει κάποιος προσπαθούμε να ανακαλύψουμε ποια είναι τα κίνητρα αυτού που μιλάει. Γιατί πρέπει να υπάρχει κάποιος σκοπός. Κάποιο κίνητρο.
Γιατί χρειάστηκε να εκτοξευτεί η ανεργία για να θυμηθούμε ποιους φιλοξενούσαν τα γηροκομεία και να τα «ξαλαφρώσουμε».
Γιατί σταματήσαμε να μιλάμε για μαγκάλια, για άστεγους και συσσίτια λες και κάποιο μαγικό ραβδί τα εξαφάνισε.
Γιατί μάθαμε να λέμε κρίμα για τη κατσίκα του γείτονα χωρίς να σκεφτόμαστε ότι το θανατικό μπορεί να έρθει και στη δική μας.
Γιατί κάθε βράδυ κλειδαμπαρώνουμε τη σκέψη μας μέσα στο σπίτι για να μη φτερουγίσει έξω. Για να μη δει με τα μάτια της ψυχής αλλά μόνο με του μυαλού και του προσδοκώμενου οφέλους.
Ναι, δεν ήμασταν έτοιμοι. Για αυτό δέχθηκαν και οι περισσότεροι με ανακούφιση τις κατηγορίες που σου έριξαν. Γιατί δεν θέλουμε αλήθειες. Γιατί το κουρασμένο μας , από τα πολλά ψέματα, σαρκίο δεν τις αντέχει.
Γιατί ο κομματικός σωλήνας ξερνάει μόνο αντίγραφα. Χωρίς σκέψη. Χωρίς κρίση. Έτοιμα να χορέψουν στη λίμνη των κύκνων αρκεί να ξέρουν ποιος την έχει οριοθετήσει. Αρκεί το μουλάρι που θα κουβαλήσει τη σκέψη τους να έχει το χρώμα στο χαλινάρι που θέλουν. Αρκεί το γάλα που θα βγει από τα μαστάρια του προβάτου να έχει τροποποιηθεί ανάλογα με τις οδηγίες που θα λάβει το ζωντανό.
Συγνώμη Μίκη. Για τον ενικό αλλά και εκ μέρους όσων δεν μπόρεσαν ,δε ήθελαν ή δεν τους άφησαν να σε καταλάβουν.