Του Γεωργίου Παπασίμου – Δικηγόρου
Ένα από τα θέματα που το τελευταίο διάστημα τίθεται με ένταση και φαίνεται να αποτελεί διπλωματική και επικοινωνιακή προτεραιότητα της Άγκυρας, είναι το ζήτημα της αποστρατιωτικοποίησης των νήσων του Βορείου Αιγαίου και της Δωδεκανήσου. Για το θέμα αυτό επικαλείται τη Συνθήκη της Λωζάνης του 1923 (που αφορά τα νησιά του Β. Αιγαίου) και την Σύμβαση Ειρήνης των Παρισίων, που υπογράφηκε μεταξύ των νικητών συμμάχων και της ηττημένης Ιταλίας το 1947, με την οποία παραδόθηκε η κυριαρχία της Δωδεκανήσου στην Ελλάδα, ως ελάχιστη ανταπόδοση των θυσιών και των αγώνων του ελληνικού λαού κατά του ναζιστικού άξονα.
Με βάση την ιστορική και νομική επισκόπηση για το θέμα αυτό, διαπιστώνεται, ότι στη μεν συνθήκη της Λωζάνης του 1923 για τη Λέσβο, Χίο, Σάμο και Ικαρία ουδεμία πρόβλεψη για καθεστώς αποστρατιωτικοποίησης υπάρχει, απλώς η Ελλάδα για να συμβάλλει στην ειρήνη, ανελάμβανε ορισμένους περιορισμούς. Ως προς τη Λήμνο και τη Σαμοθράκη, η προβλεπόμενη τότε αποστρατιωτικοποίηση των νησιών αυτών καταργήθηκε με τη Σύμβαση του Μοντρέ το 1936, η, δε, Τουρκία με επιστολή του τότε πρέσβη της στην Αθήνα, αναγνώριζε το δικαίωμα στην Ελλάδα να προχωρήσει σε στρατιωτικοποίησή τους.
Περαιτέρω, η προβλεπόμενη αποστρατιωτικοποίηση της Δωδεκανήσου στη Συνθήκη Ειρήνης των Παρισίων επιβλήθηκε λόγω των τότε ιστορικών συνθηκών, που μεταβλήθηκαν πολύ γρήγορα από την εν συνεχεία δημιουργία των στρατιωτικών συνασπισμών του ΝΑΤΟ και του Συμφώνου της Βαρσοβίας. Ειδικά, μάλιστα, για τα Δωδεκάνησα, η Τουρκία δεν ήταν συμβαλλόμενο μέρος στη συνθήκη αυτή, αφού ως ουδέτερος επιτήδειος ήταν ουσιαστικός σύμμαχος του Χίτλερ και του Μουσολίνι καθ’ όλη τη περίοδο του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και για τούτο δεν έχει την παραμικρή νομική δυνατότητα να θέτει αυτό το ζήτημα.
Ανεξάρτητα, όμως, από τα παραπάνω, οι οποιοιδήποτε περιορισμοί έχουν αρθεί, λόγω της συνεχούς επιθετικής και αναθεωρητικής δια της βίας πολιτικής της Τουρκίας, η οποία το 1974 κατέβαλε παρανόμως μεγάλο τμήμα της Κύπρου και το κατέχει ως σήμερα, παραβιάζει συνεχώς τον ελληνικό εθνικό εναέριο χώρο με οπλισμένα στρατιωτικά αεροσκάφη πάνω από τα νησιά του Αιγαίου, επί δεκαετίες δημιούργησε και συντηρεί την τέταρτη στρατιά του Αιγαίου με χιλιάδες αποβατικά σκάφη, με μοναδικό στόχο την κατάληψη νησιών και έχει νομοθετήσει παρανόμως το casusbelli κατά της Ελλάδος, σε περίπτωση που αυτή ασκήσει το νόμιμο διεθνές δικαίωμα επέκτασης των χωρικών υδάτων της στο Αιγαίο.
Έτσι, πρόκειται για τη μέγιστη τουρκική θρασύτητα να θέτει θέματα αποστρατιωτικοποίησης των ελληνικών νησιών, με το επιχείρημα ότι δήθεν αποτελούν κίνδυνο για την άμυνα της Τουρκίας (!), όταν μάλιστα με το δόγμα της λεγόμενης «γαλάζιας πατρίδας» επιδιώκει ξεκάθαρα την υφαρπαγή τεραστίων θαλάσσιων εκτάσεων της ελληνικής υφαλοκρηπίδας, απειλώντας άμεσα την ασφάλεια των πληθυσμών των ελληνικών νησιών και της ελληνικής κυριαρχίας. Ως εκ τούτου, δεν υπάρχει χαρακτηριστικότερη εφαρμογή του άρθρου 51 του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, που προβλέπει το δικαίωμα της νόμιμης άμυνας σε κάθε χώρα που απειλείται, όπως εν προκειμένω η Ελλάδα.
Ο στόχος των νεο-οθωμανών είναι ξεκάθαρος. Τυχόν μερική αποστρατιωτικοποίηση των νησιών, θα τα μετέτρεπε σε εύκολη λεία της τουρκικής βουλιμίας. Το παράδειγμα της Κύπρου είναι πικρό και εξόχως διδακτικό. Η άφρων τριανδρία της στρατιωτικής Χούντας (Παπαδόπουλος, Μακαρέζος, Παττακός) κατ’ απαίτηση της Τουρκίας με την βοήθεια των Αμερικανών (Σάιρους Βανς) το 1968 προχώρησαν στο εθνικό έγκλημα της απόσυρσης της μεραρχίας που είχε στείλει στο νησί η κυβέρνηση του Γ. Παπανδρέου το 1964, αφήνοντας έτσι γυμνή στρατιωτικά τη Μεγαλόνησο.
Είναι σαφές, ότι για τη δημιουργία αυτής της νέας «κερκόπορτας» οι νεο-οθωμανοί έχουν την αμέριστη συμπαράσταση του Βερολίνου, αλλά και της Αμερικής (Τραμπ). Οι πληροφορίες κάνουν λόγο ότι, κατά τη προσεχή επίσκεψη του Πομπέο στην Αθήνα, θα επαναφέρει στην Ελλάδα την παλιά αμερικανική πρόταση για τη δήθεν αμοιβαία κίνηση των δύο χωρών, που συνίσταται στην απόσυρση του βαρέως οπλισμού από τα νησιά και την μετακίνηση πέραν των 100 χιλιομέτρων προς την ενδοχώρα της αποβατικής τέταρτης τουρκικής στρατιάς.
Αυτό όχι μόνο δεν αποτελεί αμοιβαία κίνηση, αλλά θα συνιστά εθνικό αυτοχειριασμό της Ελλάδος, καθώς θα της στερήσει τη δυνατότητα να προστατεύσει στοιχειωδώς τα νησιά της σε τυχόν τουρκική απόβαση, που για το μιλιταριστικό καθεστώς της Τουρκίας αποτελεί ορατή επιλογή.