O Άρθουρ Μίλερ έγραψε το 1948 το εξαίρετο και πολυπαιγμένο έργο ο «Θάνατος του Εμποράκου» για να θίξει τις συνέπειες του οικονομικού κραχ του 1929 στην Αμερική, και τις διαψεύσεις και τις καταρρεύσεις των προσδοκιών, που ο Β Παγκόσμιος Πόλεμος έφερε στους ανθρώπους και συνεχίζει ακόμα και σήμερα, αρχές 21ου αιώνα, να αποτυπώνει την τραγωδία του σύγχρονου αστού.
Κατά ποιητική αναλογία, σήμερα στην Ελλάδα, μετά την ευδαιμονία του τέλους του 20ου αιώνα και την ψυχρολουσία των μνημονίων, θα μπορούσε ίσως κάποιος ευφυής να καταγράψει ένα δράμα με τίτλο «Η δολοφονία του κτηνοτρόφου» για να θίξει την απαράδεκτη κατάσταση στην οποία έχουν φέρει τους κάποτε νοικοκυραίους κτηνοτρόφους της Αττικής οι σύγχρονοι αστοί.
Για να μπορέσει να γίνει καλύτερα κατανοητός ο παραλληλισμός θα μπορούσαμε να καταγράψουμε ιστορικά την πορεία μιας μόνο οικογένειας κτηνοτρόφων, που αντανακλά και περιγράφει κάθε πιθανή οικογένεια κτηνοτρόφων. Για την ευχέρεια του κειμένου θα χρησιμοποιηθούν ονόματα, έτσι απλά για να γίνει πιο κατανοητή η ιστορία (όχι μυθιστόρημα…).
Ο Βασίλης και ο αδελφός του, γόνοι Βλάχων κτηνοτρόφων από τα Βαρδούσια της Φωκίδας έχουν μεταφέρει την κτηνοτροφική τους εκμετάλλευση στα περίχωρα της Αθήνας, στο Περιστέρι, καθ όσον η μεγάλη κατανάλωση γίνεται στην Αθήνα, και τα μεταφορικά μέσα δεν είναι τόσο αξιόπιστα για τόσο μακρινές αποστάσεις και τόσο ευαλλοίωτα αγροτικά προϊόντα.
Τότε ήταν κατανοητό ότι αν θέλεις γάλα, πρέπει να βρεις τρόπο να συμβιβαστείς με την κοπριά που παράγεται συγχρόνως, καθ όσον για κάθε λίτρο γάλα συμπαράγονται τρία κιλά κοπριά … Άσε που στο Κολωνάκι υπάρχουν φωτογραφίες με πρόβατα που βόσκουν και κανένας δεν διαμαρτύρεται για τις κοπριές. Όμως οι υπάρχοντες συγκάτοικοι στο Περιστέρι δυσκολεύονταν στους συμβιβασμούς με την παραγωγική διαδικασία του γάλακτος και έτσι τα δύο αδέλφια επέλεξαν να μεταφέρουν τον στάβλο τους σε μια απομακρυσμένη περιοχή, στους πρόποδες της Πάρνηθας, στο Μενίδι, πολύ μακριά από κάθε άλλη αστική δραστηριότητα, και μετέφεραν το γάλα τους στον Ελαιώνα (ΑΣΤΥ).
Το 1968 η κανονικά αδειοδοτημένη κτηνοτροφική εγκατάσταση με τσιμεντένια οικήματα και αυτόματα αμελτικά μηχανήματα Alfa Laval λειτουργούσε πλήρως. Τα αδέλφια και οι οικογένειές τους επένδυσαν πολλά χρήματα και την ζωή τους, στις νέες εγκαταστάσεις, εκεί μακριά.
Και βέβαια τα σπίτια τους ήταν, όπως ήξεραν οι σωστοί κτηνοτρόφοι, δίπλα στα ζωντανά τους. Από φωτογραφίες εκείνης της περιοχής φαίνονται πολύ μακριά τα φώτα της Αθήνας και βέβαια φαίνεται το γυμνό από αστικές δραστηριότητες και από σπίτια αναπεπταμένο πεδίο χωρίς καμιά άλλη εγκατάσταση, ούτε κατοικία, ούτε δρόμοι μέχρι την Αθήνα.
Η οικογένεια του Βασίλη πια αποτελείται από την Αρβανίτισα Κατερίνα από την κοντινή Χασιά, τον Γιάννη και την Μάγδα. Η μονάδα εργασίας είναι η οικογένεια στις αγροτικές κοινωνίες. Όλοι μαζί δουλεύουν και μάλιστα όλες τις ημέρες, χωρίς week end. Και όταν ενηλικιώθηκαν τα παιδιά συστέγασαν τις δικιές τους μικρότερες εκμεταλλεύσεις, μαζί, εκεί στο Μενίδι.
Το ανύπαρκτο λεγόμενο ελληνικό κράτος ήταν ανίκανο να προβλέψει τις εξελίξεις και να προβλέψει για δρόμους. Οι Δημόσιοι Υπάλληλοι και οι συμπράττοντες στην Δημόσια Διοίκηση εκλεγμένοι αποδείχθηκαν για μια ακόμη φορά ανίκανοι να δουν μπροστά. Πόσο μάλιστα να προβλέψει το ελληνικό κράτος τις οικιστικές ανάγκες και να σχεδιάσει την ανάπτυξη των ρυμοτομικών σχεδίων. Οι νομοταγείς πολίτες την «πλήρωσαν» πάλι, εκτεθειμένοι σε οποιαδήποτε επένδυσή τους, ακόμα και οι νομοταγείς, οι αδειοδοτημένοι.
Παρ’ όλο που έβλεπαν, οι νεοέποικοι, τον ιδιόκτητο αδειοδοτημένο κανονικά λειτουργούντα στάβλο, τεμάχισαν τα χωράφια εκεί γύρω και τα αγόρασαν νεοαστοί, και μάλιστα «φθηνά», διότι ήταν δίπλα στον στάβλο. «Έπαιξαν» κερδοσκοπικά σε ένα μορφής λαχείο, με τις ζωές και τις δουλειές των ήδη έντιμων κατοίκων. Και κέρδισαν όλοι, εκτός από τους κτηνοτρόφους.
Οι νεοαστοί απόκτησαν φθηνό οικόπεδο. Οι ιδιοκτήτες μοσχοπούλησαν χωράφια για οικόπεδα. Οι δημόσιοι υπάλληλοι στην πολεοδομία έκαναν τα στραβά μάτια (με το αζημίωτο). Οι εκλεγόμενοι ψηφοθήρησαν ή ακόμα χειρότερα έγιναν εργολάβοι ή μεσίτες … Οι Δημόσιοι Υπάλληλοι «κυνήγησαν» τους κτηνοτρόφους με κανονισμούς και περιβαλλοντικές μελέτες και άλλες ισοδυνάμου αποτελέσματος αποτρεπτικές ενέργειες, για να αποκτήσουν αξία (με το αζημίωτο?…) τα χωράφια που έγιναν οικόπεδα. Και όταν έγιναν πολλοί αυτοί οι νεοεπίληδες, οι καινούργιοι «γείτονες», πίεσαν ΑΝΗΘΙΚΑ και ενέταξαν στο σχέδιο πόλης τις νέες επιλογές τους και μαζί και τους παλαιούς στάβλους, αλλάζοντας τις χρήσεις γης.
Και όταν επεκτάθηκε ο τσιμεντένιος ιστός, οι τοπικοί εκλεγόμενοι «ψηφοθήρησαν αισχρά εις βάρος των παλαιών κατοίκων, εις βάρος των κτηνοτρόφων που ζούσαν και δούλευαν εκεί, εις βάρος όσων κανονικά αδειοδοτημένοι λειτουργούσαν και κατοικούσαν εκεί.
Το πολύ κακό και ΑΝΗΘΙΚΟ ήταν ότι εις βάρος των κτηνοτρόφων συνέπραξαν και οι Δημόσιοι Υπάλληλοι και οι εκλεγμένοι τοπικοί άρχοντες, με την πολύ απλή τεχνική της παράλειψης άμεσης εφαρμογής των νόμων. Έτσι όταν δημοσιεύθηκε ο νόμος 4056/12-3-2012 για την αδειοδότηση των ΝΕΩΝ στάβλων, οι δημόσιοι υπάλληλοι των κατά τόπους περιφερειών δημιούργησαν άπειρα προβλήματα στην εφαρμογή για τους νέους στάβλους, με ερωτήματα, διευκρινιστικές εγκυκλίους, καθυστέρηση σύστασης επιτροπών, πολυμελείς μη λειτουργικές επιτροπές, προσκόμματα στις αυτοψίες (έλλειψη καυσίμων, οδηγών, αυτοκινήτων κλπ κλπ), έγγραφα, μελέτες, νέες απαιτήσεις, πάνε-έλα, τοπογραφικά, συμβόλαια και και …. Όλα αυτά και πολλά ακόμα «ευφυή» ή/και όχι, αλλά σίγουρα αποτρεπτικά για νέους στάβλους …
Και οι παλαιές, υπάρχουσες κτηνοτροφικές εγκαταστάσεις? … Αυτές ΑΝΗΘΙΚΑ ερμηνεύθηκε ότι εντάχθηκαν αυθαιρέτως στο νέο καθεστώς. Μόλις το 2017 η πολιτεία ξανανομοθέτησε για τους δυστροπούντες δημόσιους υπαλλήλους ώστε να αναγνωρίσουν ότι ο νόμος 4056 αφορά ΝΕΟΥΣ στάβλους, ΟΧΙ παλαιούς-υπάρχοντες στάβλους.
Αλλά ακόμα και μετά την έκδοση του νόμου 4056/12-3-2012, στις 12-9-2012, έξη ολόκληρους μήνες μετά την δημοσίευση της θέλησης του ελληνικού λαού δια του νόμου 4056, οι ανάλγητοι, ΑΝΗΘΙΚΩΣ ενεργούντες Δημόσιοι Υπάλληλοι και εκλεγμένοι «κακοί» τοπικοί άρχοντες εφάρμοζαν προϋπάρχουσες αποφάσεις, εκποιώντας ολόκληρα σταβλισμένα κοπάδια, καταστρέφοντας εργασία δεκαετιών, απαξιώνοντας επενδύσεις μιας ζωής, «δολοφονώντας» εμμέσως συμπολίτες κτηνοτρόφους …
Ο Βασίλης της ιστορίας μας είδε όλη του την ζωή να «εκποιείται» από τον τοπικό Δήμαρχο, να μένει ο ίδιος στα στερνά της επαγγελματικής του σταδιοδρομίας χωρίς δουλειά, να μένει όλη του η οικογένεια χωρίς τρόπο για να επιβιώσει και να του καταστρέφουν την ζωή, καθ όσον στους κτηνοτρόφους η δουλειά και η ζωή συμπίπτουν. Ο Βασίλης δεν άντεξε περισσότερο, χωρίς δουλειά, χωρίς τρόπο ζωής, χωρίς εισοδήματα, περιτριγυρισμένος από «κοράκια» αναβάθμισης των γειτονικών οικοδομών, κλείσθηκε στον κενό του στάβλο και στην κενή ζωή του και η καρδιά του τον εγκατέλειψε σε πέντε μήνες μέσα στον άδειο στάβλο του, αιφνίδια (ή μήπως αναμενόμενα …) … Ο θάνατος ή η «δολοφονία» του κτηνοτρόφου?…
Μια «εποποιία» για τον τεχνητό «θάνατο» του κάθε κτηνοτρόφου και την μετατροπή της Αττικής σε μονομερή τουριστικό «παράδεισο». Βλέπεις τα πρόβατα των κτηνοτρόφων δεν ψηφίζουν. Και όλοι μαζί (μεσίτες, τσιμεντοποιητές, οικοπεδοφάγοι, ανήθικοι εκλεγμένοι, κερδοσκόποι έποικοι, επίορκοι δημόσιοι υπάλληλοι και πολλοί άλλοι) καταστρέφουν την ισορροπία του περιβάλλοντος της Αττικής και την βιωσιμότητα (αειφορία) της Αττικής, κυρίως της υπαίθρου της Αττικής.
Ο σημερινός πρόεδρος του Κτηνοτροφικού Συλλόγου Αττικής κ Γιάννης Κοντογιάννης διακήρυξε στις 7/7/2018: «Οι Κτηνοτρόφοι της Αττικής επιβίωσαν και διατήρησαν αειφόρα την Αττική επί αιώνες μέχρι σήμερα, και επιθυμούν, μέσα σε κλίμα συνεννόησης και συμβίωσης, να συν-διαμορφώσουν, ένα νέο «συμβόλαιο», που να ανταποκρίνεται στις σύγχρονες απαιτήσεις της ζωής, ώστε οι κατά τόπους κοινωνίες μας να γίνουν βιώσιμες, με όλους τους συμπολίτες μαζί και να επιβιώσουν με τις καλύτερες δυνατές ωφέλειες για όλους τους κατοίκους και τους επαγγελματίες»
Και η κα Μάγδα Κοντογιάννη (Γραμματέας Κτηνοτροφικού Συλλόγου Αττικής) συμπλήρωσε: ΟΛΟΙ ΜΑΖΙ για το καινούργιο. Το υπάρχον το βρήκαμε εκεί. Σε απολύτως κοινή συμφωνία (με veto ηθικής από οποιονδήποτε ενδιαφερόμενο) θα προχωρήσουμε εμπρός. Εάν συμφωνήσουμε, θα πρέπει να αποζημιώσουμε, αν θέλουν, τους παλαιούς χρήστες, για να επιταχύνουμε τις εξελίξεις, αλλιώς θα πρέπει να αφήσουμε όσους βρήκαμε εκεί να ολοκληρώσουν τον βιολογικό τους κύκλο. Αυτό ήδη είναι μια πολύ μεγάλη παραχώρηση των κτηνοτρόφων, καθ όσο όταν το επιχειρούν πρόσωπο είναι νομικό (πχ βιομηχανία), δεν υπάρχει βιολογική ολοκλήρωση. Η βιομηχανία μένει εκεί συνεχώς …
Και χωρίς ποίηση, από τους 228 φακέλους για αδειοδότηση στάβλων στην Ανατολική Αττική από το 2012 μέχρι σήμερα εκδόθηκαν ΜΟΝΟ 28 άδειες … Ο πραγματικός θάνατος του κτηνοτρόφου, της κτηνοτροφίας και της ζωικής παραγωγής στην ύπαιθρο της Αττικής.
Για την καταγραφή, Δημήτρης Μιχαηλίδης, δημόσια γράφων (και συγγραφέας), ΑγροΝέα