Στις δεκαετίες του ’60 και του ’70, χρησιμοποιήθηκε συστηματικά, προφανώς από τις εκάστοτε «αριστερές» αντιπολιτεύσεις, η δημόσια συγκέντρωση. Η προσωπική παρουσία, στη γειτονιά, στα εργοστάσια, σε μεγάλες αίθουσες, με συλλογές υπογραφών και, πολύ συχνά, με διαδηλώσεις στον δρόμο, είναι μια σχεδόν «θρησκευτική» υποχρέωση πολιτικής παρουσίας. Οφείλετο αυτό, άλλωστε, και σε κάτι πρακτικό: η πρόσβαση στο ραδιόφωνο και στην τηλεόραση ήταν δύσκολη, αφού τα μέσα αυτά, στα ευρωπαϊκά κράτη, βρίσκονταν υπό κρατικό (και τελικά κυβερνητικό) έλεγχο.
Ακολούθησε μια μακρά χρονική περίοδος φιλελευθεροποίησης των μέσων ενημέρωσης, με την είσοδο ιδιωτικών κεφαλαίων που διασφάλισαν την πολυφωνία πέραν των κανονισμών που έθεταν οι εποπτικές αρχές. Οι κυβερνήσεις, από την πλευρά τους, τήρησαν, μετά τα μέσα του ’80, την υποχρέωσή τους να προσέρχονται συστηματικά στις δομές συνεννόησης και διαβούλευσης, όπως καθιερώθηκαν μετά τους μαζικούς αγώνες των δεκαετιών 1960-70.
Κι ύστερα, δηλαδή σήμερα, ήρθε το Ιντερνετ. Το οποίο αναπτύχθηκε με ρυθμούς καταιγιστικούς. Εργαλεία επικοινωνίας, που συνδυάζουν παραδοσιακές φόρμες με άψογες τεχνολογίες, λειτουργούν πολύ πέραν των καρτεσιανών παραμέτρων. Πέραν ακόμη και του κόσμου που αντιλαμβανόμαστε, αφού προσθέσουμε την τέταρτη διάσταση του Αϊνστάιν. Ομως τα πάντα βυθίζονται στην ψυχή των ανθρώπων και αναδύονται σε μια τυχαία βεντάλια συμπεριφορών. Αν ο υιός Μπους κέρδισε επειδή επικράτησε στον νεωτερικό κόσμο των blogs, οι λαϊκιστές εύκολα προσάρμοσαν στον δικό τους κόσμο τα πανίσχυρα εργαλεία των Facebook, YouTube, Instagram και Twitter.
Η μεγαλύτερη κρίση στην αυγή του 21ου αιώνα διέλυσε τους μηχανισμούς συναντίληψης που με επιτυχία στήσαμε μεταπολεμικά. Ο σημερινός ευρωπαϊκός νεολαϊκισμός αφορά μεν τον κατά Μαρκούζε «Μονοδιάστατο άνθρωπο», αλλά όπως τον εκφράζει ο αξιαγάπητος Ούλριχ στον κατά Μούζιλ «Ανθρωπο χωρίς ιδιότητες». Είναι ακόμη μία δοκιμασία για τη δημοκρατία και είναι, γι’ αυτό τον λόγο, πολύ πιο επικίνδυνος από τους λαϊκισμούς του Μεσοπολέμου.