Μία ορεινή τεχνητή λίμνη που συνδυάζει ένα μοναδικό λαβύρινθο ρυακιών, φυσικών μικρών λιμνών και εκτεταμένων ορεινών λιβαδιών που σφύζουν από ζωή. Η τεχνητή λίμνη των πηγών του Αώου βρίσκεται στα ανατολικά του Νομού Ιωαννίνων, περίπου 20 χλμ. βορειοδυτικά του Μετσόβου.
Η λίμνη κατασκευάστηκε το 1987 στο οροπέδιο Πολιτσές με σκοπό την παραγωγή ενέργειας. Γύρω της υπάρχουν 7 μικρά φράγματα με το μεγαλύτερο να έχει ύψος 78 μ. Η έκταση της είναι 11,5 τ.χλμ. και βρίσκεται σε υψόμετρο 1350 μέτρων, γεγονός που την κατατάσσει ως την πιο ορεινή μεγάλη λίμνη της Ελλάδας.
Βρίσκεται ανάμεσα σε δύο Εθνικά Πάρκα, της Βάλια Κάλντα και του Βίκου-Αώου. Στα βόρεια υψώνονται το Μαυροβούνι, η Φλέγκα και η Τσούκα Ρόσα, ενώ προς τα νότια απλώνονται οι λόφοι και τα δάση γύρω από τη Χρυσοβίτσα και το Μέτσοβο. Η ακτογραμμή της λίμνης είναι μεγάλη και δαντελωτή με μικρά νησάκια να σχηματίζονται στο εσωτερικό της. Το στοιχεία που κάνουν την περιοχή ιδιαίτερα σημαντική για πολλά είδη της πανίδας και της χλωρίδας είναι τα μεγάλα λιβάδια, τα δεκάδες μικρά ρυάκια με τη συνεχή ροή νερού, οι μικρές φυσικές λίμνες και τα πυκνά δάση οξιάς που ξεκινάνε λίγο μετά τις όχθες.
Η βλάστηση γύρω από τη λίμνη είναι μοναδική, τόσο από άποψη ομορφιάς, όσο και από άποψη πολλών σπάνιων φυτών. Στα ανατολικά της λίμνης, καθώς οι ορεινοί όγκοι ξεκινάνε να υψώνονται επικρατούν δάση μαύρης πεύκης και διάσπαρτα ρόμπολα, ενώ στα δυτικά ξεκινάει ένα από τα μεγαλύτερα και ομορφότερα δάση οξιάς της Ελλάδας. Στα δε λιβάδια υπάρχουν διάσπαρτα δέντρα και θάμνοι, όπως κράταιγοι και αγριοκορομηλιές. Δίπλα από τα ρυάκια φυτρώνουν δεκάδες είδη σπάνιων ορχιδεών.
Η ορνιθοπανίδα περιλαμβάνει πολλά είδη του δάσους, αλλά και παρυδάτια πουλιά. Στις μικρές λίμνες και στα ρυάκια ζούνε αλπικοί τρίτωνες και μακεδονικοί τρίτωνες. Στα θηλαστικά συμπεριλαμβάνονται πολλά και θαυμαστά ζώα. Συχνή είναι η παρουσία από αρκούδες, λύκους, αγριόγατες, ζαρκάδια, αλεπούδες, ασβούς, κουνάβια, λαγούς και δεντρομυωξούς.
Την Τσούκα Ρόσα (υψ. 1985 μ.), βόρεια της λίμνης, επιλέξαμε για την πορεία της περασμένης Κυριακής. Η ανάβαση μήκους 6 χλμ διήρκεσε 2.30’ περίπου ώρες και μας έδωσε την ευκαιρία να απολαύσουμε τη θέα της λίμνης από ψηλά, να βαδίσουμε ανάμεσα σε πανύψηλα μαυρόπευκα και εντυπωσιακά ρόμπολα, να δούμε την αλλαγή στο χρώμα των φύλλων της οξιάς από το πράσινο στο κίτρινο και στο κοκκινωπό.
Η κορυφή είναι ουσιαστικά ένα διάσελο όπου καταλήγει ο χωματόδρομος που ξεκινά από το φράγμα. Γύρω από το εγκαταλειμμένο πυροφυλάκιο το δάσος έχει θεριέψει και περιορίζει τη θέα. Αυτό δεν μας εμπόδισε να παραμείνουμε εκεί για αρκετή ώρα αφού η μέρα εξελίχθηκε σε μια αίθρια και ηλιόλουστη Κυριακή.