Αγαπητοί μου αδελφοί και συναγωνιστές ψάλτες του Ν. Τρικάλων, αλλά και άνθρωποι του Θεού. Ταλαντεύτηκα πολύ, εάν έπρεπε να πάρω θέση σε αυτά που έγραψαν κάποιοι που νομίζουν ότι γνωρίζουν την αλήθεια, αλλά τελικά «ουδέν οίδαν». Σε πνεύμα αγάπης και σύμπνοιας, αλλά και με πόνο ψυχής προλαβαίνω να σας πω ότι δεν θα λάβουμε ως Σωματείο Ιεροψαλτών μέρος στην Διαθρησκειακή συνάντηση ( και όχι «Πανθρησκειακή», όρος των φανατικών χριστιανών) που θα γίνει 1,2 και 3 Νοεμβρίου, γιατί πολλοί συνάδελφοι θέλουν να ακολουθήσουν τον Δεσπότη μας στην Προσκυνηματική εκδρομή στην Κέρκυρα και όχι διότι πιστέψαμε σε αυτά τα ανόητα σκευάσματα, που κάποιοι θέλησαν να μας ταΐσουν.
Σήμερα πολλοί συνάνθρωποί μας και επιφανείς Τρικαλινοί με βρήκαν στο δρόμο και μου είπαν, «Πρόεδρε δεν θα πεις τίποτα για όσα σου καταμαρτυρούν»,. Είπα να προτιμήσω την σιωπή αλλά θα το έπραττα αυτό, εάν ήμουν σαν τον Ιησού Χριστό. Δυστυχώς, δεν είμαι και ούτε ποτέ θα ομοιάσω, εάν και αυτό είναι το θέλημά Του. Θα προσπαθήσω να μιλήσω θεολογικά λόγω της ιδιότητάς μου. Θα σας μιλήσω για τον Διαθρησκιακό διάλογο, που πολλοί ακούν γι’ αυτόν και νομίζουν ότι θα «γίνουμε μασόνοι, εβραίοι και θα ανοίξουμε την πόρτα για να ‘ρθει ο Αντίχριστος». Αδελφοί μου δεν τον φοβάμαι τον Αντίχριστο, γιατί εγώ θα μιλήσω για τον Χριστό.
Στο σημείο αυτό πρέπει να διευκρινιστεί ότι άλλο πράγμα είναι μία φυσική θρησκεία και άλλο η Εκκλησία. Άλλο η ατομική θρησκευτικότητα και άλλο η εκκλησιαστική εν Χριστώ ζωή. Άλλο ο αλτρουϊσμός και η φιλαλληλία και άλλο η αυταπάρνηση και η θυσιαστική αγάπη. Αυταπάρνηση που μας βγάζει από το ατομικό κέλυφός μας και μας οδηγεί κοντά στους άλλους. Μετατρέπει το εγώ σε εμείς. Αγάπη αληθινή, που βεβαιώνει τον κόσμο για την αγάπη του Θεού και Πατρός: «Ει ούτως ο Θεός ηγάπησεν ημάς, και ημείς οφείλομεν αλλήλοις αγαπάν», θα μας πει ο Ευαγγελιστής Ιωάννης στο κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο.
Πρέπει να γίνει κατανοητό πως η Ορθοδοξία κατά περιόδους εισήλθε σε διάφορους αγώνες προκειμένου να διασφαλίσει τη συνέχιση της Χριστιανικής Ευαγγελικής Αποστολικής Παράδοσης. Αυτή η παράδοση βρίσκεται σε κίνδυνο μπροστά στην παγκοσμιοποίηση, τη νεωτερικότητα, τον Οικουμενισμό, σύμφωνα με μερικούς λαϊκούς χριστιανούς και κληρικούς, ενώ υπάρχει και η άλλη άποψη που υποστηρίζει ότι μέσα από την παρουσία μίας δυναμικής Ορθοδοξίας θα μπορέσουν και οι άλλες Χριστιανικές Ομολογίες να επαναπροσδιοριστούν και να διορθώσουν λάθη δικά τους από το παρελθόν μέχρι σήμερα.
Πριν μιλήσουε για τη σχέση της Ορθοδοξίας με τους διαθρησκειακούς διαλόγους διαχρονικά, επιτρέψτε μου να κάνουμε μία σύντομη αναφορά για το τι είναι οι διαθρησκειακοί διάλογοι. Ο όρος διάλογος ετυμολογικά είναι παράγωγο του ρήματος διαλέγομαι και σημαίνει συνομιλία, συζήτηση, μεταξύ δύο ή περισσοτέρων ανθρώπων και ανταλλαγή ιδεών ή απόψεων για την επίλυση κάποιου προβλήματος και την πιθανή επίτευξη συμφωνίας, ακόμη και τη γεφύρωση των αντιθέσεων. Μελετώντας κάποιος συστηματικά την Ιστορία και ειδικότερα την Ιστορία των Θρησκειών, θα μπορούσε να καταλήξει στην εκτίμηση ότι κάποιες φορές ο διαθρησκειακός διάλογος εκκινεί και αναφέρεται σε θέματα πίστης, λατρείας, κοινωνικής και ηθικής ζωής, ενώ άλλες γίνεται στα πλαίσια της καταλλαγής και της αρμονικής συμβίωσης των θρησκευτικών κοινοτήτων, όπου αυτό είναι εφικτό.
Ένα εύλογο ερώτημα που συχνά προκύπτει είναι, εάν ο διαθρησκειακός διάλογος μάλλον θα πρέπει να αρκεστεί όχι τόσο στην «πιθανή» ενότητα «εν τη αληθεία», κάτι που ασφαλώς θεωρείται αδύνατο, αφού όλοι οι εκπρόσωποι των διαφόρων θρησκευτικών παραδόσεων έχουν την βεβαιότητα ότι η θρησκεία τους εκφράζει την απόλυτη αλήθεια για την έννοια του Θεού ή αυτού που ορίζεται κατά περίπτωση ως «ύψιστο όν», αλλά στην προσέγγιση και επικοινωνία με απώτερο σκοπό την ειρηνική συνύπαρξη των πιστών των διαφόρων θρησκειών σε συνδυασμό με την καταδίκη κάθε μορφής βίας, ιδιαίτερα της θρησκευτικής, σε βάρος των ανθρώπων και του περιβάλλοντος. Ακόμη, να αναζητηθεί, εάν ο διαθρησκειακός διάλογος υποκρύπτει «άλλες σκοπιμότητες», όπως συχνά διατείνονται αρκετοί, δηλαδή να καταφέρει να προσηλυτίσει τους ετερόθρησκους στη δική μας θρησκεία ή αποτελεί την κερκόπορτα για την «αλλοίωση» της Ορθοδοξίας και αυτής της ίδιας της παράδοσής της. Με αφορμή τα παραπάνω, έχει δημιουργηθεί έντονος προβληματισμός και ασφαλώς υπάρχουν ένθερμοι θιασώτες, αλλά και αυστηροί επικριτές των διαθρησκειακών διαλόγων.
Σήμερα, όμως, οι περισσότερες κοινωνίες, ιδιαίτερα στην Ευρώπη, είναι πολυπολιτισμικές και αυτό τις περισσότερες φορές σημαίνει και πολυθρησκευτικές. Σε αυτές τις κοινωνίες ειρήνη δεν είναι δυνατόν να υπάρξει, χωρίς ειρήνη ακόμη και μεταξύ των θρησκειών. Και ειρήνη μεταξύ των θρησκειών δεν μπορεί να υπάρξει, χωρίς διάλογο καταλλαγής μεταξύ των θρησκειών. Αφετηρία ενός τέτοιου διαλόγου οφείλει να είναι η προβολή εκείνων των επιμέρους στοιχείων που ενώνουν τις θρησκείες, παρά εκείνων που τις διακρίνουν και σε κάθε περίπτωση τις χωρίζουν. Βάση ενός τέτοιου διαλόγου οφείλει να είναι η προβολή των κοινών πανανθρώπινων αξιών όπως της ειρήνης, της αγάπης, της ισότητας, της ισονομίας, της δικαιοσύνης, και όχι εκείνων των αντιλήψεων που αναφέρονται στην θρησκευτική ανωτερότητα μιας εκάστης έναντι των υπολοίπων, που τις περισσότερες φορές συντηρούν την αντίθεση και σταδιακά υπονομεύουν την ανοχή στην θρησκευτική ετερότητα. Στόχος του σύγχρονου διαθρησκειακού διαλόγου θα πρέπει να είναι αποκλειστικά και μόνο η ανάδειξη της ειρηνοποιητικής λειτουργίας των θρησκειών και η μεταξύ τους συναίνεση στην θρησκευτική καταλλαγή και αρμονική συμβίωση των θρησκευτικών κοινοτήτων, όπου αυτές υπάρχουν εδώ και πολλούς αιώνες, όπως στην Μέση Ανατολή ή τις τελευταίες δεκαετίες, όπως σε χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί δε θα πρέπει να φοβόμαστε τους διαθρησκειακούς διαλόγους και να τους «δαιμονοποιούμε», γιατί η ίδια η Ιστορία της Εκκλησίας έχει ικανό αριθμό διαλόγων με ετεροθρήσκους, κυρίως Ιουδαίους και Μουσουλμάνους, στους οποίους συμμετείχαν Πατέρες και Άγιοι. Άλλωστε, δεν γεννάται λόγος για να υπάρχει οποιοσδήποτε φόβος, αφού η Εκκλησία μας δεν έχει θεμέλιο της διδασκαλία ενός απλού ανθρώπου, αλλά του ίδιου του Θεανθρώπου Ιησού Χριστού. Άλλωστε Εκείνος, επειδή ήταν ο φορέας της μίας και μοναδικής θείας αλήθειας, δε δίστασε να προχωρήσει σε διάλογο με διάφορους ανθρώπους και να τους εκθέσει τη διδασκαλία του. Έτσι συνομίλησε με τη Σαμαρείτιδα, τον Ιάειρο, τους Τελώνες, αλλά και με τους Φαρισαίους και τους Γραμματείς και με όποιον άλλον τον πλησίαζε. Για το Θεάνθρωπο Ιησού Χριστό, ο κάθε άνθρωπος δεν ήταν κάτι ξένο, αλλά η εικόνα του Θεού, ήταν ο πλησίον.
Ο Θεός μεθ’ ημων
Ο Πρόεδρος
Αθανάσιος Γ Δημητρίου
Υποψήφιος Διδακτορας Θεολογίας Τμηματος Κοινωνικής Θεολογίας Χριστιανικού πολιτισμού ΑΠΘ
Διαβάστε τις Ειδήσεις σήμερα και ενημερωθείτε για τα πρόσφατα νέα.
Ακολουθήστε το trikalanews.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις