Δημοσίευμα επιβεβαιώνει αυτό που κατήγγειλαν οι μηχανοδηγοί από τις πρώτες ημέρες μετά την τραγωδία.
Εξαιρετικά σοβαρά ερωτήματα προκαλεί η αποκάλυψη που παρουσιάζει στην κυριακάτικη έκδοσή της η εφημερίδα «Βήμα», με ρεπορτάζ που κάνει λόγο για συρραφή και αλλοίωση συνομιλιών υπαλλήλων του ΟΣΕ που είδαν το φως της δημοσιότητας τις πρώτες ώρες μετά την τραγωδία στα Τέμπη.
Σύμφωνα με το δημοσίευμα έγγραφα αποδεικνύουν ότι οι συνομιλίες, οι οποίες ξεριζώθηκαν από το σύστημα καταγραφών παράνομα και πρόωρα, αποκαλύπτουν ένα μοντάζ για λόγους συγκάλυψης και να κυριαρχήσει στη δημόσια σφαίρα το αφήγημα περί ανθρωπίνου λάθους.
Ειδικότερα, η περιβόητη συνομιλία σταθμάρχη με μηχανοδηγό που δόθηκε στη δημοσιότητα μια μόλις ημέρα μετά από τη σύγκρουση των δύο τρένων και φέρεται να δείχνει την εντολή αναχώρησης του μοιραίου Intercity προς τη λάθος πορεία, δεν αφορούσε την αμαξοστοιχία που ενεπλάκη στο δυστύχημα, αλλά εκείνη τοπικού συρμού που κινήθηκε κανονικά και δεν είχε καμία εμπλοκή.
Αυτή η αποκάλυψη επιβεβαιώνει τα όσα κατήγγειλαν από τις πρώτες ημέρες οι μηχανοδηγοί, μέσω του τότε προέδρου Κώστα Γενιδούνια. Τότε ο κ. Γενιδούνιας δήλωνε «ακούγεται από χθες το βράδυ, πως ο μακαρίτης συνάδερφός μας είχε προσπαθήσει να επικοινωνήσει και τηλεφωνικά με τους μεγάλους μηχανοδηγούς στην περιοχή. Εάν αυτό ισχύει, για εμένα σημαίνει πως έχει κάνει και άλλη προσπάθεια να επικοινωνήσει με τον σταθμάρχη, αφού είχε φύγει από τη Λάρισα». Εδώ έχουμε κανονική “κοπτοραπτική” στα ηχητικά που έχουν δοθεί στη δημοσιότητα. Ο μοναδικός που έχει αυτά τα ηχητικά, είτε στο GSMR που κάνει την επικοινωνία μεταξύ των σταθμαρχών, είτε την ώρα που φεύγει το τρένο από τη Λάρισα, είναι ο ΟΣΕ. Είναι δυνατόν 8 με 10 ώρες μετά το τραγικό δυστύχημα να υπάρχει συνομιλία σταθμάρχη – μηχανοδηγού, που αποτελεί αντικείμενο προανακριτικής έρευνας, στο Youtube;».
Παράλληλα, σύμφωνα με το «Βήμα της Κυριακής» στελέχη του ΟΣΕ είχαν υποστηρίξει ότι παρέδωσαν τις σχετικές μαγνητοφωνήσεις στην τροχαία Λάρισας τις πρώτες ώρες μετά το δυστύχημα, όμως από νεότερα έγγραφα αποδεικνύεται ότι αυτά δόθηκαν στην ΕΛ.ΑΣ. στις 3 Μαρτίου, τρεις ημέρες μετά την σύγκρουση.
Τέλος, από την ΕΛ.ΑΣ. διαψεύδονται οι αναφορές ότι εκείνοι είχαν δώσει εντολή εξαφάνισης των συντριμμιών, όπως είχαν υποστηρίξει κυβερνητικά στελέχη και υπηρεσιακοί παράγοντες. Εξετάζεται εάν έγινε με άνωθεν εντολή προκειμένου να εξαφανιστεί το σκηνικό της σύγκρουσης και να περιοριστεί ο επικοινωνιακός αντίκτυπος από τα επιτόπια ρεπορτάζ των ΜΜΕ εκείνη την περίοδο.