Είκοσι σχεδόν χρόνια, μετά την κατάργηση του κοινοτικού αυτοδιοικητικού υποδείγματος και την εισαγωγή του Καποδιστριακού και στη συνέχεια του Καλλικρατικού, απεδείχθη εν τοις πράγμασι η αποτυχία και των δύο αυτών αυτοδιοικητικών μοντέλων.
Όσο καλοπροαίρετη και να ήταν η βούληση των εμπνευστών και δεν έχω λόγους να αμφιβάλλω για αυτό, το πείραμα δεν περπάτησε. Στη ζωή όμως, δεν αρκούν οι καλές προθέσεις.
Όλα, κρίνονται εκ του αποτελέσματος. Επειδή όμως θα πρέπει να είμαστε δίκαιοι και αντικειμενικοί, έχουμε χρέος να πούμε, ότι την όποια διοικητική και οικονομική αυτονομία και αυτάρκεια διαθέτει σήμερα η Τ.Α ,την χρωστάει στο ΠΑΣΟΚ. Αυτό οφείλουμε να το αναγνωρίσουμε. Το παραγοντίστικο, «κατόπιν ενεργειών μου» πέρασε στην ιστορία. Θεσπίστηκαν ως ένα βαθμό αντικειμενικά κριτήρια χρηματοδότησης. Δόθηκαν κίνητρα για εκούσιες συνενώσεις κ.λ.π., ασχέτως αν δεν τα εκμεταλλευτήκαμε.
Όμως ούτε ο «Καποδίστριας», ούτε πολύ περισσότερο ο «Καλλικράτης», που επεβλήθησαν κατά έναν αυταρχικό τρόπο, έγιναν κτήμα των συλλογικών συνειδήσεων των τοπικών κοινωνιών. Τουναντίον, διαπιστώνει κανείς μια έντονη νοσταλγία για το καταργηθέν κοινοτικό αυτοδιοικητικό σύστημα.
Γνωρίζω βεβαίως, ότι πολλές φορές κάθε αλλαγή που διαταράσσει το υπάρχον status quo, αντιμετωπίζεται εχθρικά κατά την εισαγωγή της από την κοινωνική πλειοψηφία. Ο νόμος της αδράνειας γαρ. Αυτό συμβαίνει, είτε επειδή θίγει μικροσυμφέροντα, είτε κυρίως, επειδή πολλές φορές η κοινωνία αδυνατεί να συλλάβει την μακροπρόθεσμη ωφέλεια. Για αυτό και κάποιες φορές, επιβάλλεται η αυταρχική καθιέρωση ενός εγχειρήματος.
Έτσι, εάν μετά την αυταρχική του επιβολή η κοινωνία αντιληφθεί ότι ωφελείται και είχε λάθος αρχική εκτίμηση, τότε το ενστερνίζεται και συντάσσεται μαζί του.
Οι κοινωνίες, δεν έχουν πάντα δίκαιο. Και δεν είναι λίγες, τέτοιες περιπτώσεις. Θα αναφερθώ, στην πλέον κραυγαλέα. Η πράξη εισδοχής στην Ε.Ο.Κ το 1979, δεν διέθετε κοινωνική πλειοψηφία την εποχή εκείνη. Εάν τότε προηγείτο ένα δημοψήφισμα, θα απερρίπτετο. Επεβλήθη όμως, χάριν της διορατικότητος του Κων/νου Καραμανλή. Η συνέχεια είναι γνωστή. Το κοινωνικό σώμα εξαιτίας των τεράστιων ωφελειών που προέκυψαν την απεδέχθη και κάπως έτσι καταχωρήθηκε στη συλλογική συνείδηση ως η πλέον επιτυχημένη πολιτική πράξη, όχι μόνον του μεταπολιτευτικού αλλά συνόλου του μεταπολεμικού πολιτικού βίου της χώρας.
Κάτι ανάλογο όμως, δεν συνέβη με τα εισαχθέντα αυτοδιοικητικά συστήματα του «Καποδίστρια» και του «Καλλικράτη». Συνεπώς, κάπου πάσχουν.
Η περίφημη ανάπτυξη που υποσχόταν, δεν ήρθε ποτέ. Ανομοιογενείς πληθυσμοί, αστικοί, αγροτικοί, κτηνοτροφικοί συγχωνεύθηκαν σε μια ενότητα. Δήμοι «χωνευτήρια» δηλαδή. Μάλιστα, εάν στην αρχή οι τοπικές κοινωνίες διακατέχονταν απλώς από ένα αίσθημα αδιαφορίας και ως ένα σημείο τηρούσαν μια ουδέτερη στάση αναμονής και προσμονής, σήμερα, διάκεινται εμφανώς εχθρικώς απέναντί τους. Ο αρχικός ψίθυρος έγινε κραυγή.
Άρα, κάτι το σάπιο υπάρχει στο Βασίλειο της αυτοδιοίκησης. Υπουργοί και κυβερνήσεις, στην αγωνιώδη προσπάθειά τους να γράψουν ιστορία, υιοθέτησαν γονατογραφήματα «ειδημόνων». Για τέτοιες μεγάλες μεταρρυθμίσεις, εφαρμόζονται εν αρχή πιλοτικά προγράμματα. Στην προκειμένη περίπτωση, είχες την πολυτέλεια να το κάνεις. Εάν διαπιστώσεις ότι το πράγμα περπατάει, τότε το γενικεύεις. Ειδάλλως το αφήνεις στην άκρη. Εδώ, σε μια νύχτα είχαμε ολική ανατροπή του γεωγραφικού αυτοδιοικητικού χάρτη.
Χωρίς καμιά προετοιμασία. Και άντε, ο «Καποδίστριας» που ήτο ένα πιο ήπιο συγκεντρωτικό μοντέλο, συνοδεύτηκε και με μια γενναία κρατική χρηματοδότηση μέσω του ΕΠΤΑ και στη συνέχεια του ΘΗΣΕΑ. Χώρια, ο άμετρος δανεισμός που κυριάρχησε κατά την δωδεκαετία του. Χωρίς καμιά ασφαλιστική δικλείδα, οι Δήμοι έπαιρναν ό,τι ζητούσαν. Το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, ήταν το μαγαζάκι τους. Οι προϋπολογισμοί από ελλειμματικοί έως ελλειμματικότατοι.
Η πολιτεία, απούσα ως εποπτεύουσα αρχή. ΄΄Χρύσεα΄΄ εποχή. Εκείνον όμως τον «Καλλικράτη», τι τέλος πάντων τον ήθελαν. Αποκύημα αυτός της φαντασίας ενός Υπουργού Εσωτερικών, που ήθελε σώνει και καλά να γράψει ιστορία, ο οποίος μάλιστα είχε χρηματίσει και Δήμαρχος, συν το γεγονός ότι ήθελε να ηγηθεί και του κεντροαριστερού εγχειρήματος. Δεν λέω, καλές οι φιλοδοξίες ,αλλά πρώτα μετράμε το μπόϊ μας.
Η χώρα, είχε εισέλθει στον αστερισμό των μνημονίων. Το οικονομικό πεδίο ήτο πλήρως ναρκοθετημένο για πολλά χρόνια και εμείς προχωρήσαμε σε ογκώδη αυτοδιοικητικά σχήματα, φορτώνοντάς τα με ένα κάρο αρμοδιότητες, χωρίς να υπάρχει όμως και η αντίστοιχη πρόβλεψη για οικονομική ενίσχυση. Το οικονομικό υποστηρικτικό πρόγραμμα ΕΛΛΑΔΑ, κάτι ανάλογο των ΕΠΤΑ – ΘΗΣΕΑ του «Καποδίστρια», έμεινε στα χαρτιά. Ούτε ένα ευρώ.
Το κυρίαρχο όμως είναι ότι για άλλη μια φορά τους αφήνουμε οικονομικά εξαρτημένους από την Κεντρική Διοίκηση. Έτσι, η επίσημη πολιτεία αποδίδει στους Δήμους εκ των θεσμοθετημένων πόρων, όσα αυτή θέλει, όποτε θέλει, και αν θέλει.
Η φορολογική αποσυγκέντρωση, η απευθείας δηλαδή εισροή στα Δημοτικά Ταμεία των θεσμοθετημένων πόρων, χωρίς τη μεσολάβηση των καναλιών της Κεντρικής Διοίκησης, παραμένει και θα παραμένει ζητούμενο.
Κάπως έτσι, η οικονομική ομηρεία και ο οικονομικός υποσιτισμός θα συνεχίζονται. Να πάμε τώρα στη δεύτερη βασική πηγή χρηματοδότησης των Δήμων. Αυτή των ευρωπαϊκών προγραμμάτων, τα γνωστά ΕΣΠΑ, τα οποία προέρχονται από την Ε.Ε η οποία ήτο το ένα σκέλος του «εγκληματικού συνδικάτου», κατά την επικρατούσα συνθηματολογία της δεκαετίας του ’70. Το πρώτο ατόπημα συνίσταται στον πλήρη αποκλεισμό των Δήμων, ή καλύτερα του συλλογικού οργάνου αυτών της ΚΕΔΕ, στη διαδικασία καταμερισμού των πόρων και στην ιεράρχηση προτεραιοτήτων. Τρίτοι δηλαδή αποφασίζουν για το που πονάνε οι Δήμοι και ποιες είναι οι άμεσες ανάγκες τους.
Στη συνέχεια οι πόροι μεταβιβάζονται στις μικρές κυβερνήσεις, δηλαδή στις περιφέρειες, και από εκεί κατανέμονται. Έτσι, οι Δήμοι και οι Δήμαρχοι παραμένουν εξαρτημένοι από τη βούληση των μεγάλων και μικρών κυβερνήσεων. Είναι προφανές, ότι το κομμάτι της προεπιλογής και της τελικής επιλογής των πόρων του ΕΣΠΑ που αφορούν τους Δήμους, θα πρέπει να περάσει στο συλλογικό όργανο αυτών, την ΚΕΔΕ. Κατά αυτόν τον τρόπο και καλύτερη ιεράρχηση προτεραιοτήτων θα υπάρχει, αλλά και δικαιότερη κατανομή.
Σήμερα επικρατεί μια διαρκής αντιπαλότητα. Οι Δήμαρχοι ερίζουν πότε με τη μεγάλη και πότε με τη μικρή κυβέρνηση, για αδικίες, αποκλεισμούς, ευνοιομεταχείρηση κ.λ.π. Και όταν στο βάλτο μαλώνουν τα βουβάλια, την πληρώνουν τα βατράχια. Στην προκειμένη περίπτωση, τα βατράχια είναι οι φτωχοί συγγενείς των Ο.Τ.Α, οι τοπικές κοινότητες . Θα πρέπει πρώτα να ικανοποιηθούν τα μητροπολιτικά κέντρα και στη συνέχεια η περιφέρεια.
Κάτι ανάλογο βέβαια συνέβαινε και στην Καποδιστριακή εποχή, σε μικρότερη όμως έκταση. Κάπως έτσι, οι τοπικές κοινότητες αισθάνονται «ριγμένες». Αλλά, εν πάση περιπτώσει, προσπερνώ το οικονομικό κομμάτι. Για αυτό, μπορεί να βρεθεί κάποια λύση που να εξισορροπεί κάπως τα πράγματα. Αρκεί, να υπάρχει η βούληση. Η ανήκεστος όμως βλάβη που προκάλεσαν αυτά τα γιγαντώδη αυτοδιοικητικά σχήματα, εντοπίζεται στο κομμάτι της συμμετοχικότητας. Εκεί, συνετελέσθη δολοφονία. Στην εποχή του κοινοτικού συστήματος, υπήρχε τεράστιο συμμετοχικό ενδιαφέρον.
Σήμερα, μαζική αποδρομή. Κάποτε το αυτοδιοικητικό γίγνεσθαι ήταν στην κορυφή της ατζέντας, τώρα έπιασε πάτο. Οι αυτοδιοικητικές εκλογές ήταν μια γιορτή. Αφύπνιζαν και κινητοποιούσαν τις τοπικές κοινωνίες. Αποτελούσαν το ποιητικόν αίτιον για την ενασχόληση με τις κοινές υποθέσεις. Πολιτικοποιούσαν τις συνειδήσεις.
Υπήρχε ένταση, υπήρχε πάθος, υπήρχε παλμός. Σήμερα, όλα αυτά έχουν απονεκρωθεί. Κυρίαρχο συναίσθημα η αδιαφορία. Ελάχιστοι έχουν το κουράγιο να ασχοληθούν. Οι αυτοδιοικητικές εκλογές έπαψαν να συγκινούν και να συναρπάζουν. Έκδηλη η απογοήτευση. Παλαιότερα υπήρχε συνωστισμός υποψηφίων, σήμερα πλήρης αποσυνωστισμός. Ελλιπή τα ψηφοδέλτια των υποψηφίων δημάρχων. Προϊόν αυτό, ευνουχισμού του αυτοδιοικητικού γονιδίου.
Οι Κοινότητες που αποτελούσαν κάποτε τον αναπνευστήρα της υπαίθρου, είναι πλέον οι ίδιες διασωληνωμένες. Ημιθανείς. Πέντε έξι χιλιάδες υγιή και ζωντανά κοινωνικά κύτταρα, μεταλλάχθηκαν σε νεοπλασματικά και αργοπεθαίνουν. Οι τοπικές Κοινότητες, έχασαν την ταυτότητά τους.
Το κοινοτικό σύστημα μεγαλούργησε στα χρόνια της Οθωμανικής δυναστείας. Ήταν ο χρυσούς αιών της τοπικής αυτοδιοίκησης. Κράτησε όρθιο το Γένος. Αποτελούσε το θώρακα προστασίας ενάντια στις αυθαιρεσίες, όχι μόνον του επίσημου οθωμανού δυνάστη αλλά και των τοπικών παραφυάδων αυτού, που ήταν και βιαιότερες και θηριωδέστερες.
Λόγω της άρτιας λειτουργίας του και της αποτελεσματικότητάς του, του εκχωρήθηκε επισήμως από την Υψηλή Πύλη, η δικαιοδοσία διεκπεραίωσης κρατικών υποθέσεων φοροεισπρακτικού και αστικού χαρακτήρα. Και όμως, αυτό το αποδοτικό αυτοδιοικητικό σύστημα, οι Βαυαροί το κατήργησαν εν μια νυκτί, με το νόμο του 1833 ‘’Περί συστάσεως Δήμων’’. Το Βαυαρικό αυτοδιοικητικό μοντέλο άντεξε για περίπου 80 χρόνια. Καταργήθηκε με το Ν. ΔΝΖ της 14/2/1912, όταν και είχαμε επαναφορά του κοινοτικού συστήματος.
Το νομοσχέδιο αυτό, ήτο εμπνεύσεως του τότε υπουργού εσωτερικών Εμμανουήλ Ρέπουλη, ενός πράγματι φωτισμένου πολιτικού ανδρός. Προς επίρρωσιν των όσων ανέφερα προηγουμένως , για το ρόλο της κοινότητας στην κοινωνική και πολιτική ζωή της χώρας, παραθέτω ένα χωρίον από την εισηγητική έκθεση του νομοσχεδίου. <<….εις την κοινήν των πολιτών δράσιν, την έχουσαν ακτίνα την ακτίνα του μικρού χωριού, εκεί μορφούται και διαπλάσσεται ο πολιτικός χαρακτήρ και η ιδέα της φιλοπατρίας. Ο τοπικός πατριωτισμός παράγει και προάγει τον εθνικόν πατριωτισμόν, ο δε βωμός και η εστία του χωριού δίδουν την ιδέα και την συνείδησιν του μεγάλου βωμού της Μεγάλης Πατρίδος….>> .
Νομίζω, πως το κομμάτι αυτό τα λέει όλα. Στη μικρή κοινωνία του χωριού σμιλεύονται ιδεώδη ,ιδανικά, αξίες, τόσο τοπικού όσο και εθνικού χαρακτήρα. Έχω την πεποίθηση, ότι ιστορικοί, κοινωνικοί, πολιτικοί, και γεωγραφικοί λόγοι, επιβάλλουν την επαναφορά του κοινοτικού αυτοδιοικητικού συστήματος.
Τώρα, αν στην πορεία προκύψει κάτι αναπτυξιακό που απαιτεί ευρύτερη της μιας κοινότητος συμμετοχή, τότε να υπάρχει πρόβλεψη για διακοινοτικές και διαδημοτικές συνεργασίες. Μάλιστα, όχι μόνον προαιρετικές, αλλά, εάν τούτο κρίνεται αναγκαίο και υποχρεωτικές.