Την διαπίστωση ότι οι καταστροφές στην Θεσσαλία είναι ίσως οι μεγαλύτερες που έχουν γίνει στην σύγχρονη Ελλάδα, προχώρησε σήμερα ο Καθηγητής του ΕΚΠΑ Ευθύμης Λέκκας από το βήμα του συνεδρίου του Ινστιτούτου Εσωτερικών Ελεγκτών Ελλάδας που πραγματοποιείται σήμερα στο Μέγαρο Μουσικής.
Στο 21ο συνέδριο με κεντρικό θέμα «Break the Barriers», το οποίο βρίσκεται σε εξέλιξη ο Ευθύμιος Λέκκας, Καθηγητής Δυναμικής Τεκτονικής & Εφαρμοσμένης Γεωλογίας, τόνισε ότι υπάρχει ιδιαίτερη ανησυχία για την αύξηση των φυσικών φαινομένων τα τελευταία χρόνια και έχουν ξεκινήσει να γίνονται αρκετές δράσεις για την αντιμετώπισή τους.
«Παλαιότερα θεωρούσαμε ότι το 2040 θα βιώναμε την κλιματική κρίση, όμως την βιώνουμε πιο πριν, έχουμε ήδη σωρεία καταστροφικών γεγονότων, τα οποία χωρίζονται σε γεωδυναμικά όπως οι σεισμοί, τα τσουνάμι, και τα ηφαίστεια και υδρομετεωρολογικά όπως οι ξηρασίες, οι πυρκαγιές και οι πλημμύρες. Αυτές οι δύο κατηγορίες συμπλέκονται μεταξύ τους και καταστρέφουν περιοχές» ανέφερε ο κ. Λέκκας.
Παράλληλα ο καθηγητής του ΕΚΠΑ, αναφέρθηκε στην διαχείριση των κρίσεων η οποία προϋποθέτει πρόληψη και ετοιμότητα.
Σύμφωνα με τον κ. Λέκκα όπου συμμετείχε στο ετήσιο συνέδριο του Ινστιτούτου Εσωτερικών Ελεγκτών Ελλάδας – IIA Greece, η κλιματική κρίση είναι κάτι πολύπλοκο και όπου εμφανίζονται καταστροφικά γεγονότα και φυσικά φαινόμενα συνδέονται και με τις ανθρωπιστικές κρίσεις, καθώς αυτά μπορούν να επιφέρουν και άλλες κρίσεις, όπως πχ η μετανάστευση.
Συμπλήρωσε, δε, ότι σύμφωνα με στοιχεία του ΟΗΕ, μέχρι το 2030 θα υπάρχουν 400 εκατ. μετανάστες μέχρι το 2030 σε όλο τον κόσμο, λόγω και των φυσικών καταστροφών.
Από την πλευρά του, ο Αχιλλέας Σκληβανιώτης, Διευθυντής Εσωτερικού Ελέγχου, Motor Oil Hellas τόνισε ότι οι φυσικές καταστροφές μπορούν να επηρεάσουν σημαντικά τις εταιρείες ενέργειας, καθώς καταστρέφουν τις υποδομές τους, προκαλούν διακοπές στη λειτουργία της παραγωγής, οδηγώντας σε αυξημένο κόστος επισκευών και σε μεγάλες καθυστερήσεις στην επαναλειτουργία τους.
Για τον κ. Σκληβανιώτη, οι εταιρείες θα πρέπει να εκτιμούν τον κίνδυνο και να εντοπίζουν έγκαιρα τα τρωτά σημεία που υπάρχουν στις υποδομές και τις λειτουργίες, αλλά και να προσδιορίζουν πιθανά προβλήματα πριν αυτά συμβούν, έχοντας έτοιμα σχέδια για μετριασμό της καταστροφής και της γρήγορης επανάκαμψης.
Ο κ.Σκληβανιώτης, επίσης, ανέφερε ότι χρειάζονται εγκαταστάσεις με γνώμονα την ανθεκτικότητα, με βελτιωμένα υλικά κατασκευής και σχέδια θεμελίωσης, σύγχρονα αντικεραυνικά συστήματα, ενώ θα πρέπει να γίνονται συχνά και συντηρήσεις των υποδομών.
Σε ό,τι αφορά την εφοδιαστική αλυσίδα, θα πρέπει να υπάρχει δυνατότητα διαφοροποίησης των προμηθευτών, να υφίστανται στρατηγικά αποθέματα και στην ενέργεια, ενώ είναι σημαντικό να γίνονται αναλύσεις δεδομένων σε πραγματικό χρόνο, για να λαμβάνονται γρηγορότερα οι αποφάσεις. Απαραίτητη δε είναι η συνεργασία με τις τοπικές κοινότητες, ενώ θα πρέπει να υπάρχουν σχέδια έκτακτης ανάγκης για την αντιμετώπιση εκτάκτων καταστροφών.
Οργανισμός από 138 τράπεζες
Σύμφωνα με τον Γιάννη Κυριακόπουλο, Γενικό Διευθυντή Ακίνητης Περιουσίας της Εθνικής Τράπεζας «η ανθρώπινη δραστηριότητα επιτείνει την κλιματική κρίση. Για να μειωθούν αυτοί οι κίνδυνοι θα πρέπει να γίνει μια ομαλή ενεργειακή μετάβαση, η οποία μπορεί να υποστηριχθεί από δημόσιους και ιδιωτικούς πόρους και σε αυτό μπορούν να βοηθήσουν οι τράπεζες».
Σε αυτό το πλαίσιο, ο κ. Κυριακόπουλος ανέφερε ότι υπάρχει, ήδη, οργανισμός από 138 τράπεζες που δεσμεύονται να βοηθήσουν σε χρηματοδοτήσεις και επενδύσεις για Net Zero μέχρι το 2030 και το 2050.
Συμπλήρωσε, ακόμη ότι οι επιπρόσθετες δράσεις που προωθούνται είναι η χρηματοδότηση των ΑΠΕ, αλλά και τα προγράμματα του Ταμείου Ανάκαμψης για ενέργειες εξοικονόμησης ενέργειας από νοικοκυριά και επιχειρήσεις.
Έκανε λόγο, δε, και για το δίκτυο 114 τραπεζών, στο οποίο συμμετέχει και η Τράπεζα της Ελλάδας, όπου διαμορφώνονται πολιτικές για την ανάπτυξη των βιώσιμων επιχειρήσεων.
Όπως σημείωσε, εξάλλου, ο κ. Κυριακόπουλος οι τράπεζες προετοιμάζονται και οι ίδιες για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης, αφήνοντας πλέον μικρότερο αποτύπωμα άνθρακα, με χρήση ΑΠΕ και ηλεκτρικών οχημάτων, αλλά και την εξοικονόμηση ενέργειας σε επιμέρους δραστηριότητες.