Εάν η Γερμανία εδιδάχθη κάτι από τους δύο πολέμους του περασμένου αιώνα, που έσπειραν τον όλεθρο στην Ευρώπη, είναι ότι πλέον η προώθηση των εθνικών της στόχων εξασφαλίζεται αποτελεσματικότερα διά «εκπροσώπων» και όχι με ευθεία έκθεση των ηγετών της. Διά λογαριασμό του Βερολίνου ενεργούν, πλέον, οι ευρωπαϊκοί «θεσμοί», με τη συναίνεση των κρατών της Ε.Ε. – η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ο ΕSΜ, το «άτυπο» του Eurogroup, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
Το άκρως ενδιαφέρον είναι ότι η διαμόρφωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, σε έναν πανίσχυρο, ως απεδείχθη, μηχανισμό, μεθοδεύθηκε από τον Γάλλο πρόεδρο Φρανσουά Μιτεράν και τον επίτροπο Ζακ Ντελόρ, με πυρήνα τους αποφοίτους της περίφημης σχολής διοικήσεως [ENA] που διέθεταν τεχνογνωσία και έδωσαν τον τόνο στο όλο εγχείρημα.
Η σταδιακή απομείωση του ειδικού βάρους της Γαλλίας στην Ενωση είχε ως συνέπεια να περιέλθει η Επιτροπή στη σφαίρα επιρροής της Γερμανίας. Η απόφαση της καγκελαρίου Αγκελα Μέρκελ να επιλέξει τον Βαυαρό πολιτικό Μάνφρεντ Βέμπερ ως υποψήφιο πρόεδρο της Επιτροπής μάλλον υποδηλοί πως τα προσχήματα δεν είναι αναγκαία, πλέον. Το αυτό ισχύει και με την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, όπου τη θέση του νέου πρόεδρου εκτιμάται ότι θα καταλάβει ο Γερμανός Κλάους Ρέγκλινγκ – πρόεδρος σήμερα του ESM.
Στη διάρκεια των δύο τελευταίων χρόνων ανέκυψαν δύο μείζονα πολιτικά ζητήματα, επαναδιεκδικήσεως του δικαιώματος εθνικής κυριαρχίας. Οι πολίτες του Ηνωμένου Βασιλείου εψήφισαν την έξοδο της χώρας τους από την Ενωση. Πολιτική αντιμετώπιση του θέματος δεν υπήρξε και η σπαρασσόμενη βρετανική κυβέρνηση ξιφουλκεί με τον επικεφαλής γραφειοκράτη της Επιτροπής Μισέλ Μπαρνιέ.
Στην Ιταλία, αυτές τις ημέρες συνέβη το πρωτοφανές να απορριφθεί ο προϋπολογισμός από την Επιτροπή ως ασύμβατος με τους κανόνες που διέπουν την Ευρωζώνη. Το ότι μία κυβέρνηση ενός ανορθόδοξου όντως συνασπισμού, προσφάτως εκλεγείσα, διαχειρίζεται τα οικονομικά μιας χώρας με βάση τις προεκλογικές εξαγγελίες της δεν έχει καμία σημασία.
Ισως στην εποχή της παγκοσμιοποιήσεως, της οικονομικής περιπλοκότητος, το ευρωπαϊκό σύστημα να είναι δυνατόν να διοικηθεί από τεχνοκράτες, με τους «ηγέτες» να περιορίζονται σε επαρχιακά καθήκοντα. Μόνον που εφρόντισαν οι Γερμανοί να εξασφαλίσουν τον πλήρη έλεγχο των τεχνοκρατικών μηχανισμών. Το αποτέλεσμα είναι μία γερμανική Ευρώπη. Το όνειρο έγινε, τελικώς, πραγματικότης.