Η καθηγήτρια ρομποτικής, μέλος του think tank του ΣΥΡΙΖΑ και υποψήφια βουλευτής σε αποκλειστική συνέντευξη
Εδώ και χρόνια ο διάλογος με τα πρόσωπα που κατέρχονται στον στίβο των εκλογών -δημοσιογραφικά τουλάχιστον- γίνεται μέσα από ένα αρκετά περιορισμένο πρίσμα. Με την Διάνα Βουτυράκου, όμως η συζήτηση απέχει πολύ από αυτά τα στενά μέτρα της πολιτικής κουβέντας που περιορίζεται στα προβλεπόμενα.
Μια πρώτη διαπίστωση από τη συνέντευξη που παρουσιάζουμε αποκλειστικά σήμερα στο Trikalanews.gr είναι ότι η συζήτηση με τη νέα πολιτικό αλλά και διακεκριμένη επιστήμονα Ρομποτικής, είναι πραγματικά μια ξεχωριστή εμπειρία που δίνει ένα νέο νόημα στον πολιτικό διάλογο και αποδεικνύει το πόσο αναγκαίο και ζωογόνο για τη χώρα είναι η ενασχόληση νέων ανθρώπων με την πολιτική. Όχι μόνο νέων προσώπων αλλά εκπρόσωποι μιας γενιάς που μπορεί να κάνει ένα συλλογικό άλμα σε ένα καλύτερο μέλλον.
Αυτή τη στιγμή η Διάνα Βουτυράκου – η οποία θα ήταν μια εκ των ομιλητών στη ματαιωθείσα εκδήλωση του ΣΥΡΙΖΑ για την Παιδεία στα Τρίκαλα – είναι στο think tank του Αλέξη Τσίπρα στην ομάδα της ψηφιακής μετάβασης και υποψήφια με τον ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. στη Δυτική Αττική. Επιστημόνισσα, νέα, γυναίκα, αριστερή και μάχιμη, η Διάνα Βουτυράκου έχει βάλει στη διάσταση που αξίζει τη λέξη «αριστεία»…
1.Δημόσια παιδεία επί ΣΥΡΙΖΑ -Δημόσια Παιδεία επί ΝΔ. Τι έχει αλλάξει; Σε ποια κατεύθυνση, με ποιες συνέπειες; Αν δεν κάνουμε λάθος εκτίμηση, το διάστημα διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ ήσαστε στα φοιτητικά έδρανα. Πώς κρίνατε τότε τη διακυβέρνηση στον τομέα της Παιδείας;
Αρχικά παρατηρούνται σημαντικές αλλαγές στην τριτοβάθμια εκπαίδευση με κυρίαρχο πρόβλημα πως οι πολιτικές της ΝΔ οδηγούν σε μείωση της ελευθερίας της φοιτητικής και ακαδημαϊκής κοινότητας με μέτρα όπως η κατάργηση του ασύλου και η πανεπιστημιακή αστυνομία. Παράλληλα ενώ υπάρχει μείωση του αριθμού του διδακτικού προσωπικού λόγω συνταξιοδοτήσεων δε συνοδεύτηκε από τις αντίστοιχες προσλήψεις με αποτέλεσμα τα δημόσια πανεπιστήμια να υποστελεχώνονται.
Έπειτα η κρατική χρηματοδότηση μειώθηκε ενώ μέσω νομοσχεδίου η χρηματοδότηση κάθε ιδρύματος συνδέθηκε με την αξιολόγηση του. Τέλος άλλαξε ο τρόπος εκλογής των πρυτάνεων που ορίζονταν από τους καθηγητές των σχολών (που αποτελούν και ενεργά μέλη της ακαδημαϊκής κοινότητας), και θεσπίστηκε συμβούλιο 11 ατόμων που θα τους ορίζει η πλειοψηφία του οποίου δεν έχει εμπειρία από την ελληνική ακαδημαϊκή πραγματικότητα τις ανάγκες και τα προβλήματα της.
Αλλαγές έγιναν επίσης και στον τρόπο εισαγωγής μαθητών στα πανεπιστήμια. Καταργήθηκαν οι σχολές ελεύθερης πρόσβασης που είχε θεσπίσει ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ και ορίστηκε η Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής, μέτρο που υπολογίζεται ότι στερεί την πρόσβαση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση σε περίπου 20.000 μαθητές το χρόνο. Παράλληλα στα ιδιωτικά κολλέγια δεν θεσπίστηκε καμία αντίστοιχη βάση ή φίλτρο Εισαγωγής για αυτό και τα κέρδη τους τετραπλασιάστηκαν από την εφαρμογή του μέτρου και έπειτα.
Η Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής σε πολλές περιπτώσεις είναι αρκετά πάνω από τη βάση του 10 (ορίζεται για κάθε σχολή) εφαρμόζεται επί του αριθμού των εισακτέων μιας σχολής, που σημαίνει ότι εισάγονται λιγότεροι φοιτητές από το προβλεπόμενο όριο εισακτέων. Το επιχείρημα της ΝΔ για τη θέσπιση του μέτρου ήταν να σταματήσουν να υπάρχουν οι αιώνιοι φοιτητές στα πανεπιστήμια, μη αναφέροντας ωστόσο ότι στις σχολές με το μεγαλύτερο αριθμό αιωνίων είναι για παράδειγμα η Νομική, δείχνοντας ότι το πρόβλημα φοιτητών που δεν ολοκληρώνουν τις σχολές τους είναι πολύ πιο βαθύ και σύνθετο από το πόσο έγραψε ένα παιδί στις πανελλήνιες για να μπει στη σχολή.
Παράλληλα μέτρα της ΝΔ όπως το Προεδρικό διάταγμα 85 που εξισώνει τους αποφοίτους καλλιτεχνικών σχολών με αποφοίτους λυκείου ή η προσπάθεια εξίσωσης επαγγελματικών δικαιωμάτων των ιδιωτικών κολεγίων κατά παράβαση του Συντάγματος με τα δημόσια πανεπιστήμια προμηνύουν ένα δυσοίωνο μέλλον για τη δημόσια εκπαίδευση.
Παράλληλα και στα σχολεία παρατηρήθηκε σειρά ελλείψεων σε προσωπικό, σε υποδομές, ενώ μέτρα όπως η τηλεκπαίδευση δεν συνοδεύτηκαν από εκπαίδευση ή καθοδήγηση του προσωπικού για τη χρήση τους. Η αξιολόγηση των καθηγητών επίσης καταγγέλθηκε ως αδιαφανής, ενώ ακόμα δεν έχουν δοθεί επαρκείς απαντήσεις για τα δεδομένα των μαθητών που με την τηλεκπαίδευση δόθηκαν σε ιδιωτική εταιρεία.
Αντιθέτως με όλες τις παραπάνω πολιτικές, ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ σε μια διακυβέρνηση μέσα σε μνημόνια στήριξε τη δημόσια εκπαίδευση. Αρχικά επαναπροσέλαβε τους 3900 υπαλλήλους (σχολικοί φύλακες, διοικητικοί πανεπιστημίων κ.α.) που είχαν απολυθεί επί κυβέρνησης ΝΔ-ΠΑΣΟΚ. Παράλληλα προχώρησε σε 1000 προσλήψεις μελών ΔΕΠ, ενώ μετά από 8 χρόνια που είχε να συμβεί, αύξησε τη χρηματοδότηση των ΑΕΙ. Στελέχωσε επίσης τα ΕΠΑΛ με ψυχολόγους και επαναλειτούργησε τα προγράμματα ενισχυτικής διδασκαλίας. Τέλος επέκτεινε το πρόγραμμα σχολικών γευμάτων και δημιούργησε δίκτυο σχολικών βιβλιοθηκών.
Ως φοιτήτρια πράγματι την περίοδο διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ ένιωσα ότι μπορώ να σπουδάζω σε ένα πανεπιστήμιο, δωρεάν, ένα πανεπιστήμιο που μου δίνει τα εφόδια να διεκδικήσω μια θέση στην αγορά εργασίας. Ένιωσα επίσης ότι υπήρχε μια αξιοκρατία δεδομένου ότι όλοι οι μαθητές εξεταστήκαμε σε ένα κοινό σύστημα (πανελλήνιες) και ανάλογα με την επίδοση μας μπορέσαμε να μπούμε σε μια σχολή.
Δεν ένιωσα ότι ο μαθητής που δεν πέρασε αλλά είχε τα χρήματα να πληρώσει ένα ιδιωτικό κολλέγιο, το οποίο και τελείωσε χωρίς φίλτρα ή δυσκολίες, θα διεκδικεί την ίδια θέση με εμένα με εξισωμένα επαγγελματικά δικαιώματα. Γιατί αυτό είναι το πραγματικά αξιοθαύμαστο με τη δημόσια εκπαίδευση, ότι δεν κρίνει το άτομο από την οικονομική ή κοινωνική του τάξη. Δίνει σε όλους ίδιες δυνατότητες. Γιατί αυτός είναι και ο σκοπός της δημοκρατίας μας, να γέννα ευκαιρίες. Τέλος ως φοιτήτρια είχα δεχθεί με ιδιαίτερη χαρά την καινοτομία του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ με τη σύσταση του ΕΛΙΔΕΚ όπου για πρώτη φορά καθιερώθηκε πληρωμή για τους ερευνητές. Τότε μεγάλα έγκριτα μέσα (πχ το nature) εκθείαζαν την καινοτομία αυτή του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ στην Έρευνα. Δυστυχώς το ΕΛΙΔΕΚ πλέον υποβαθμίστηκε και έχασε και το αυτοδιοίκητο του.
2. Η ΜΚΟ Unique Minds είναι μια δική σας έμπνευση. Βέβαια, κάθε παιδί, κάθε άνθρωπος είναι ένα μοναδικό μυαλό με μοναδικές δυνατότητες, όνειρα κοκ. Ποιο είναι το μέλλον του στη χώρα; Μπορεί να κερδίσει τη ζωή του σήμερα ένα παιδί που η οικογένειά του δεν έχει παρά μόνο την ελάχιστη οικονομική δυνατότητα;
Η Unique Minds ξεκίνησε το 2016 σε μια προσπάθεια να υποστηρίξουμε μαθητές να βρουν τι θέλουν να σπουδάσουν. Αναγνωρίζοντας ότι εγώ αποτέλεσα την εξαίρεση και βρήκα νωρίς (12 ετών) τι θέλω να σπουδάσω μέσα από ερεθίσματα που μου δόθηκαν εκτός του ωρολόγιου προγράμματος σε ένα δημόσιο βέβαια σχολείο, θεωρώ σημαντικό κάθε μαθητής να έχει αυτή την ευκαιρία. Και αυτό προσπαθούμε να κάνουμε. Δίνουμε την ευκαιρία σε κάθε μαθητή να γνωρίσει πανεπιστήμια και σχολές, να συμμετέχει στα εργαστήρια και καταρρίπτουμε τα στερεότυπα ή την παραπληροφόρηση που υπάρχει σε διάφορα αντικείμενα σπουδών.
Σχετικά με την επικρατούσα συνθήκη στη χώρα μας θα πρέπει να ξεκινήσουμε από την παραδοχή ότι δεν δίνονται σε κάθε παιδί οι ίδιες δυνατότητες. Και είναι σημαντικό να αναγνωρίζουμε την πιο ευνοϊκή συνθήκη που ίσως είχαν ορισμένοι από εμάς. Για παράδειγμα πάντα θεωρούσα σημαντικό ότι επειδή οι γονείς μου έχουν πανεπιστημιακή εκπαίδευση μπορούσαν να με υποστηρίξουν μετά το σχολείο, λύνοντάς μου απορίες και ήδη η συνθήκη αυτή με βοήθησε σημαντικά σε σχέση με κάποιο για παράδειγμα παιδί που δεν είχε την ίδια ευκαιρία.
Παράλληλα θα πρέπει να αναλογιστούμε ότι ένα παιδί που μπορεί να καλύψει έξοδα για καλά φροντιστήρια ή για πολλές εξωσχολικές δραστηριότητες θα είναι πιο ευνοημένο ή ίσως δεν χρειαστεί την ίδια προσπάθεια με ένα παιδί με ελάχιστη οικονομική δυνατότητα. Όμως παρά την αναντίστοιχη ίσως προσπάθεια αυτή τη στιγμή ο κάθε μαθητής μπορεί να διεκδικεί να σπουδάσει σε ένα πανεπιστήμιο. Θεωρώ λοιπόν πως η ευκαιρία αυτή να σπουδάσει είναι που θα του δώσει και τη δυνατότητα να διεκδικήσει ένα καλό μισθό, να μην καθορίζεται για πάντα από την οικονομική κατάσταση της οικογένειάς του.
Και αυτό είναι ένα δικαίωμα που έχει κερδηθεί ανά τα χρόνια, και που θα έπρεπε να είναι αναφαίρετο, όμως δυστυχώς δεν είναι, κάτι που επιβεβαιώνει και η συζήτηση που ανοίγει ξανά για το Άρθρο 16.
3. Το τελευταίο διάστημα βλέπουμε όλο και πιο νέους ανθρώπους να ασχολούνται με την πολιτική. Πολλές φορές όμως βλέπουμε ότι το νεαρό της ηλικίας δεν μπορεί να ξεφύγει από την «ξύλινη» πολιτική. Τελικά μπορεί η νεότητα να αλλάξει την πολιτική; Αρκεί;
Ασχολούνται πράγματι πολλοί νέοι με την πολιτική, όχι όμως με το να κομματικοποιούνται. Γιατί αν εξετάσει κανείς και τα ψηφοδέλτια των κομμάτων θα δει μεγάλο αριθμό νέων υποψήφιων (που διεκδικούν δηλαδή σταυρό για πρώτη φορά), όχι όμως νέων ηλικιακά. Και αρκεί να δούμε το μέσο όρο ηλικίας στη Βουλή του 2019-2023 (56.6 έτη, με κανέναν βουλευτή κάτω των 30), για να καταλάβουμε ότι η νέα γενιά δεν εκπροσωπείται στα έδρανα της Βουλής. Ίσως για αυτό οι νέοι που επιλέγουν να δώσουν τη μάχη των εκλογών στην πρώτη γραμμή υιοθετούν συχνά μια “ξύλινη” γλώσσα ή συμπεριφορές.
Γιατί όταν είσαι μειονότητα προσπαθείς συνήθως να ακολουθήσεις λύσεις που σε κάνουν να αισθάνεσαι ασφαλής. Και στην περίπτωση αυτή είναι να υιοθετήσεις συμπεριφορές έμπειρων πολιτικών. Η κοινωνία μας παρουσιάζει το οξύμωρο ενώ ζητάει οι νέοι να ασχοληθούν με την πολιτική (μέσα από κόμματα), δεν τους θεωρεί ακόμα έμπειρους ώστε να τους δώσει το βήμα. Και αυτό φαίνεται και από τα αποτελέσματα και των τελευταίων εκλογών που ενώ υπήρχαν νέοι ηλικιακά υποψήφιοι πάλι μέσα στη Βουλή που σχηματίστηκε το όριο ηλικίας ήταν αρκετά υψηλό.
Είναι αυτό το επιχείρημα που άκουσα πολλές φορές προεκλογικά “Νέα είναι ακόμα έχει χρόνια μπροστά της, ας μεγαλώσει λίγο.”. Είμαστε η γενιά όμως που βίωσε αλλεπάλληλες κρίσεις, που μπήκε να σπουδάσει εν μέσω οικονομικής κρίσης, βγήκε στην αγορά εργασίας κατά τη διάρκεια της υγειονομικής κρίσης και που μεγάλο μέρος από εμάς έφυγε στο εξωτερικό αναζητώντας καλύτερες συνθήκες εργασίας.
Όλοι οι πολιτικοί αναφέρουν πως χρειάζονται να δοθούν κίνητρα στους νέους, αλλά θα πρέπει κάποια στιγμή να ρωτήσουν και εμάς τους νέους τι πραγματικά έχουμε ανάγκη. Θεωρώ λοιπόν πως η νεότητα μπορεί να αλλάξει την πολιτική, με το να δώσει μία νέα οπτική, να αναδείξει προβλήματα, να προτείνει λύσεις. Γιατί η πολιτική είναι μικρογραφία της κοινωνίας μας και δεν μπορεί να εξαιρείται ένα μέρος του πληθυσμού από αυτή. Ωστόσο η νεότητα από μόνη της δεν πιστεύω πως αρκεί.
Θεωρώ ότι θα πρέπει να αξιολογούμε τον άνθρωπο, γιατί ο κάθε άνθρωπος είναι που μπορεί να φέρει την αλλαγή που χρειάζεται η πολιτική για να αποτελεί τη φωνή των πολιτών, για να καταφέρουμε να κερδίσουμε ξανά την εμπιστοσύνη του κόσμου, να χτίσουμε τη σχέση πολιτών-πολιτικής, αυτή τη φορά με πιο γερά ίσως θεμέλια.
4.Τόσο σε τοπικό επίπεδο, όσο και σε εθνικό ο ΣΥΡΙΖΑ φαίνεται να μάχεται πολλές φορές με τον εαυτό του… Η εσωστρέφεια συνυπολογίζεται από το think tank και πόσο πιστεύετε ότι έχει επηρεάσει;
Δεν έχω ακριβώς την ίδια άποψη. Νομίζω ότι έχει μια πολυφωνία λόγω και των διαφορετικών τάσεων του κόμματος και αυτό δίνει μια αίσθηση πως μάχεται με τον εαυτό του. Αυτό που αξίζει να προβάλουμε περισσότερο είναι πως ο κάθε ένας μπορεί να έχει τις ιδέες και τις απόψεις του αλλά ο αγώνας είναι συλλογικός και πορευόμαστε με ένα πρόγραμμα που απαντάει στις ανάγκες της κοινωνίας μας.
Κάτι που δυστυχώς δεν καταφέραμε να το κάνουμε με επιτυχία στις προηγούμενες εκλογές. Και θα πρέπει να αναλογιστούμε πως αυτή η αντίστοιχη πολυφωνία υπάρχει σε κάθε κόμμα, αλλά δυστυχώς στη δική μας περίπτωση υπερπροβλήθηκε και επηρέασε σε κάποιο βαθμό το εκλογικό αποτέλεσμα. Τι εννοώ με αυτό; Πριν τις προηγούμενες εκλογές η υποψήφια της ΝΔ Μαρία Ζιάγκα μίλησε για παρακράτος και για την εμπλοκή του κράτους και του ΣΕΠΕ απατώντας σε ερώτηση για την άρνηση του πρώην πρωθυπουργού να μειώσει τον ΕΦΚ στα Καύσιμα.
Έπειτα είχαμε τις δηλώσεις του Αντώνη Σαμαρά που είναι αντίθετες με τη θέση της ΕΕ για τα ΛΟΑΤΚΙ άτομα που έκανε λόγο για “Γονέα 1” και “Γονέα 2”. Τέλος είχαμε τις πρόσφατες δηλώσεις του κυρίου Πνευματικού σχετικά με τη σχέση κόστους και επιλογής των ασθενών που θα δώσουμε θεραπεία. Όλα αυτά αναγνωρίστηκαν ως προσωπικές απόψεις και δεν επηρέασαν το κόμμα. Νομίζω ότι στο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ το δικαίωμα προσωπικών απόψεων δεν του αναγνωρίστηκε από το επικοινωνιακό σύστημα της χώρας συνολικά.
Με αφορμή όμως την ερώτηση για το think tank, θα αναφερθώ στις αρμοδιότητες του. Δεν ήταν και δεν είναι το αντικείμενο μελέτης μας ή επικοινωνιακή στρατηγική του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ. Εμείς με την τεχνοκρατική επάρκεια του καθενός δημιουργούμε προτάσεις για τα θέματα στα οποία οριστήκαμε υπεύθυνοι και τις καταθέτουμε στον Πρόεδρο για να ενσωματωθούν στο πρόγραμμά μας για αρχή και σε προτάσεις νομοσχεδίων εν συνεχεία. Μέσα στο think tank υπάρχουν ομάδες εργασίας σχετικές με το αντικείμενο του κάθε μέλους. Για παράδειγμα εγώ ανήκω στην ομάδα που ασχολείται με τα θέματα πολιτικών ψηφιακής μετάβασης.
5. Σημαντικές πολιτικές παραλείψεις με τραγική και τρομακτική τροπή, (βλέπετε Τέμπη), παρακολουθούμε πλέον να βγαίνουν έξω από το κάδρο της πολιτικής ευθύνης στη συνείδηση του κόσμου. Ακόμη και ζητήματα αμιγώς κυβερνητικών επιδόσεων όπως η ακρίβεια. Γιατί πιστεύετε ότι συμβαίνει αυτό;
Θεωρώ πως ο κόσμος μετά από όλες τις δυσκολίες που βιώνει τόσα χρόνια προσαρμόζεται σε μια συνθήκη που ονομάζει κανονικότητα και την αποδέχεται. Πως χάνει την ελπίδα ότι αξίζει και πρέπει να διεκδικήσει κάτι καλύτερο. Το βλέπω και από τον κοινωνικό μου περίγυρο που συζητάμε για τις απλήρωτες υπερωρίες τους, ή για το χαμηλό μισθό τους και μου απαντάνε: ”
Τουλάχιστον έχουμε δουλειά, εξάλλου παντού έτσι είναι”. Απαιτείται λοιπόν μια συνολική αφύπνιση των πολιτών, γιατί όχι δεν είναι παντού έτσι και σίγουρα δεν θα έπρεπε να θεωρείται αυτό που ζούμε φυσιολογικό. Για παράδειγμα στο θέμα της ακριβείας, πολύς κόσμος θεωρεί ότι ο πόλεμος ευθύνεται. Όμως θα πρέπει ο ίδιος κόσμος να καταλάβει ότι για παράδειγμα στη Γερμανία με τριπλάσιους μισθούς από ότι στην Ελλάδα το σούπερ μάρκετ ή η βενζίνη είναι φθηνότερα. Και αυτό δείχνει ότι υπάρχουν πολιτικές που μπορούν να εφαρμοστούν για την αντιμετώπιση της ακρίβειας.
Παράλληλα θα πρέπει σε κάθε αφορμή να αναλύουμε πόσο εσφαλμένη είναι η επικρατούσα άποψη στην πολιτική ότι Όλοι είναι Ίδιοι. Γιατί αν θεωρείς ότι κανένας δε διαφέρει δεν έχει σημασία ποιος θα σε εκπροσωπεί στη Βουλή. Και αυτή είναι μια αφήγηση που χρόνια καλλιεργείται και ο κόσμος την έχει σε ένα βαθμό αποδεχτεί. Δεν είναι όμως όλοι ίδιοι, δεν κυβέρνησαν όλοι με σκάνδαλα, με απευθείας αναθέσεις ή παραλείψεις. Δεν κατήργησαν όλοι το 8ωρο, τις δικαιολογημένες απολύσεις και τις συλλογικές συμβάσεις. Δεν υποβάθμισαν τη δημόσια υγεία, φέρνοντας παράλληλα από την πίσω πόρτα τα ιδιωτικά συμφέροντα. Και αυτό έχουμε ευθύνη να το εξηγήσουμε εμείς στον κόσμο.
6. Ποιο θα είναι το πρώτο θέμα στο οποίο θα εστιάσετε στην πρώτη σας μέρα ως βουλεύτρια; Το έχετε σκεφτεί;
Δύο είναι οι άξονες που θα επικεντρωθώ. Ο πρώτος αφορά στην ψηφιακή μετάβαση και στις πολιτικές που θα στοχεύουν στον εκδημοκρατισμό της τεχνολογίας και σχετίζεται με προτάσεις και πολιτικές που έχουμε ήδη διαμορφώσει στο Think Tank αυτά τα χρόνια. Να εγγυηθούμε δηλαδή ότι κάθε πολίτης θα έχει πρόσβαση στις ψηφιακές υπηρεσίες (γνωσιακή, οικονομική, γεωγραφική πρόσβαση).
Παράλληλα να διασφαλίσουμε ότι η τεχνολογία θα συνοδεύεται από το αναγκαίο κοινωνικό αποτύπωμα, θα χρησιμοποιείται δηλαδή προς και για την κοινωνία. Θέλουμε για παράδειγμα μια τέταρτη βιομηχανική επανάσταση που θα οδηγήσει σε λιγότερες θέσεις εργασίας ή που θα οδηγήσει σε ίδιες θέσεις με λιγότερες ώρες εργασίας ή πιο ασφαλείς συνθήκες; Γιατί αυτή τη στιγμή κινούμαστε ολοταχώς προς την πρώτη περίπτωση χωρίς κανένα ρυθμιστικό πλαίσιο.
Ο δεύτερος άξονας αφορά στην ενίσχυση της δημόσιας Παιδείας. Ως ένα άτομο που πέτυχα ότι έχω κάνει στη ζωή μου μέσα από δημόσια σχολεία και πανεπιστήμια θεωρώ πως πρέπει να εργαστούμε ώστε κάθε μαθητής να λάβει τα ίδια ή και περισσότερα εφόδια από αυτά που είχα για παράδειγμα εγώ μεγαλώνοντας. Και αυτό προϋποθέτει ένα εκπαιδευτικό σύστημα που παρέχει παιδεία γιατί θεωρώ πως όλα τα κοινωνικά προβλήματα αρχίζουν και τελειώνουν από την παιδεία μας.
Μια παιδεία που θα μας υπενθυμίζει την έννοια της συλλογικότητας, που θα διαμορφώνει ενεργούς πολίτες και που θα δίνει ίσες ευκαιρίες σε κάθε άτομο. Που δε θα βασίζεται στην εξειδίκευση αλλά στη διεπιστημονικότητα και πέρα από τις δεξιότητες που χρειάζεται η αγορά εργασίας θα καλλιεργεί και δεξιότητες που χρειαζόμαστε ως πολίτες, το σεβασμό, την αλληλεγγύη κ.α.