Του Γεωργίου Παπασίμου
Εισερχόμενοι στο εκλογικό έτος 2023 η στοιχειώδης αντικειμενική αποτύπωση της κατάστασης και της πορείας της Ελλάδος είναι ιδιαιτέρως ανησυχητική για το παρόν και το μέλλον της. Αυτή, δε, η αποτίμηση υπερβαίνει τα φληναφήματα της κυβέρνησης της ΝΔ, που με επικοινωνιακό τρόπο προσπαθούν να επικαλύψουν την πραγματικότητα μέσω των συστημικών ΜΜΕ. Υπερβαίνει όμως και τον ρηχό αντιπολιτευτικό λόγο των υπολοίπων κομμάτων και ιδιαίτερα της μείζονος αντιπολίτευσης, του ΣΥΡΙΖΑ, που αδυνατεί να αρθρώσει ως σήμερα μια συνολική πρόταση αναδιάρθρωσης και αναγέννησης της χώρας και κινείται στα πλαίσια της διαχειριστικής λογικής.
Η χώρα παρά το ισχυρό σοκ της χρεωκοπίας της το 2010, μετά την προηγηθείσα κίβδηλη ευημερία, και του μνημονιακού οδοστρωτήρα της προηγούμενης δεκαετίας, αλλά και της συνεχιζόμενης μεταμνημονιακής κηδεμονίας, που ανεστάλη προσωρινά λόγω της πανδημίας του covid-19 και του συνεχιζόμενου ρωσο-ουκρανικού πολέμου, φαίνεται ξεκάθαρα, ότι δεν εισέπραξε ουδέν μήνυμα αυτογνωσίας, αφού πορεύεται στον αυτόματο πιλότο ενός ληστρικού παρασιτικού μοντέλου, που με την πρώτη μεγάλη σοβαρή διεθνή κρίση θα την ρίξει ξανά στα βράχια.
Πλήρης μακαριότητα αλλά και κυνισμόςμ όσον αφορά την ενίσχυση των προνομίων, του επικρατεί στο πολιτικό προσωπικό, που σε συνδυασμό με το στοιχείο εξάρτησης, αλλά και της ανικανότητας του μέσω του διαμορφωμένου τοξικού νεοδικομματισμού (ΝΔ-ΣΥΡΙΖΑ), αδυνατεί να ανταποκριθεί στοιχειωδώς στις μεγάλες ευθύνες, που ορθώνονται μπροστά για την προστασία της κοινωνίας, αλλά και του Ελληνισμού, που αντιμετωπίζει δομικό κίνδυνο από τον τουρκικό νέο-οθωμανισμό. Κανένα σχέδιο αλλαγής του παρασιτικού οικονομικού μοντέλου, που οδηγεί στη χώρα σε νέα χρεωκοπία, υφίσταται, ακόμα και ως θεωρητική σκέψη στο δημόσιο πολιτικό λόγο, παρά το γεγονός ότι τα προβλεπόμενα κεφάλαια του ταμείου ανάκαμψης είναι η τελευταία ευκαιρία για κάτι τέτοιο.
Οι οικονομικές και κοινωνικές ανισότητες μεγεθύνονται δραματικά υπέρ μιας μικρής κάστας συμφερόντων που απαρτίζουν την ελληνική παρασιτική οικονομική ολιγαρχία, η οποία συνεχίζει να αυξάνει προκλητικά τον πλούτο της. Η περιώνυμη και περιζήτητη εκλογικά μεσαία τάξη υφίσταται για μια ακόμα φορά την πλήρη απαξίωση λόγω της δραματικής αύξησης του πληθωρισμού και του ενεργειακού κόστους, που σταδιακά εισάγουν την χώρα σε ένα μόνιμο στασιμοπληθωρισμό, ιδιαίτερα υπονομευτικό για την ευάλωτη ελληνική οικονομία με το τεράστιο δημόσιο χρέος και τα μεγάλα ελλείμματα. Ως προς τα ασθενέστερα οικονομικά στρώματα η κατάσταση έχει ξεφύγει πλήρως καθόσον οδηγούνται ολοένα και περισσότερο στο περιθώριο, αναμένοντας όπως οι ναρκομανείς τα κυβερνητικά επιδόματα, η μονιμότητα των οποίων ως βασική οικονομική πολιτική, πέραν του γεγονότος ότι καταρρίπτει κάθε οικονομική θεωρία, συνιστά ένα κυνικό χειραγωγικό μηχανισμό συνειδήσεων. Αν σε όλα αυτά υπολογίσει κανείς και το εκρηκτικό πρόβλημα των κόκκινων δανείων και της στέγης που απειλείται από τα παραμονεύοντα οικονομικά funds, να επιπέσουν επ’ αυτής, γίνεται αντιληπτό ότι η κατάσταση οξύνεται όλο και περισσότερο και μετατρέπεται σε γάγγραινα.
Κακή είναι μακροπρόθεσμα επίσης η κατάσταση της χώρας και στον πρωτογενή τομέα, που θα έπρεπε να ενισχύεται συστηματικά μέσα από οικονομικό σχεδιασμό έτσι ώστε να είναι σε θέση να είναι ανταγωνιστικός και να καλύπτει τις διατροφικές ανάγκες του ελληνικού λαού. Εξαιτίας όμως της ακολοθούμενης ανερμάτιστης ταξικής οικονομικής πολιτικής η χώρα τα τελευταία χρόνια έχει απωλέσει το 30% περίπου του ζωικού κεφαλαίου της. Το, δε, εμπορικό έλλειμμα αυξάνεται συνεχώς έχοντας τριπλασιαστεί αφού η αύξηση των εισαγωγών ανήλθε στο 55% περίπου. Πρόκειται για καταστρεπτικές συνέπειες, που συντελούνται στο σκληρό πυρήνα της ελληνικής οικονομίας χωρίς να αποκτούν την δέουσα δημοσιότητα, αφού καλύπτονται πίσω από επικοινωνιακά κυβερνητικά πυροτεχνήματα.
Πέραν όμως αυτών των εξελίξεων στην οικονομία το σκάνδαλο των υποκλοπών του τελευταίου έτους και η συνειδητή άρνηση της κυβέρνησης της ΝΔ να συμβάλλει στοιχειωδώς στην αποκάλυψη, λόγω προφανώς της άμεσης εμπλοκής της προβάλλοντας το απόρρητο έναντι των πάντων, υπονομεύει βάναυσα το εναπομείναν κύρος των θεσμών της χώρας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, η πρόσφατη γνωμοδότηση του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου με την οποία επιχειρείται να επιβληθεί η σιωπή των πάντων, που είναι όμως προδήλως αβάσιμη τόσο ως προς την αρμοδιότητα αυτού όσο και ως προς την ουσία, όπως επισημαίνεται από τη συντριπτική πλειοψηφία των συνταγματολόγων της χώρας. Έτσι, αυτή η κατάσταση που έχει διαμορφωθεί στο εσωτερικό της χώρας έχει ιδιαίτερα αρνητικές συνέπειες στην απαιτούμενη κοινωνική ισορροπία και συνοχή που αποτελεί έναν εκ των σημαντικών όρων αντιμετώπισης της τουρκικής επιθετικότητας.
Η χώρα μας αντιμετωπίζει δομικό πρόβλημα το οποίο επικαλύπτεται από τη ρηχή πολιτική αντιπαράθεση των υπαρχόντων κοινοβουλευτικών κομμάτων και του ελεγχόμενου συστήματος ενημέρωσης του λαού. Η πραγματικότητα είναι ότι βιώνει μια μακρά παρακμιακή πορεία που ξεκινά από την περίοδο της ύστερης Μεταπολίτευσης, της μνημονιακής επώδυνης κηδεμονίας και της σημερινής μεταμνημονιακής εποπτείας με τεράστιες ρωγμές στο κοινωνικό της ιστό και τρομακτικές στρεβλώσεις στη αέανη παρασιτική της οικονομία.
Βασική συνισταμένη αυτής της παρακμιακής πορείας της και ταυτόχρονα αποτέλεσμα αυτής είναι η δραματική υστέρηση των πολιτικών ηγεσιών και του πολιτικού προσωπικού εξουσίας και συνολικά η μετατροπή του πολιτικού συστήματος της ως παρεπόμενης θεραπαινίδας της παρασιτικής οικονομικής ολιγαρχίας και του διεθνούς παράγοντα.
Οι αιτίες αυτής της οπισθοδρόμησης της χώρας μας, που διετέλεσε επί χρόνια πειραματόζωο των δανειστών, οφείλεται στη φύση και τον χαρακτήρα του μνημονιακού καθεστώτος, αφού αυτό δεν αφορά μόνο τις σκληρές οικονομικές πολιτικές λιτότητας, αλλά παράλληλα αποτελεί σύστημα καθορισμού κανόνων, που μεταβάλλουν την ελληνική κοινωνία σε παθητικό αποδέκτη αυτής της μνημονιακής αποικιοποίησης, κατακερματίζοντας τα κοινωνικά στρώματα, υφαρπάζοντας τα περιουσιακά στοιχεία (δημόσια και ιδιωτικά) και ενισχύοντας τη μεταπρατικότητα και τον παρασιτισμό σε όλα τα επίπεδα.
Κι αν οι παραπάνω διαπιστώσεις διακρίνονται από πεσιμισμό, όπως θα μπορούσε κάποιος καλόπιστος να αντιτείνει, η σκληρή πραγματικότητα, δεν αφήνει δυστυχώς πολλά περιθώρια για κάτι άλλο.Η κυριαρχία και η επανάληψη του τοξικού δικομματισμού και ενός υπονομευμένου κομματικού συστήματος, που κινείται μεταξύ της μετριοκρατίας, των χαμηλών προσδοκιών και της ατομικής ή συντεχνιακής εξυπηρέτησης, πλακώνει τα πάντα. Κανένα όραμα αναδημιουργίας, αυτογνωσίας και ισχυρού πλαισίου προστασίας του Ελληνισμού μέσα στις τελευταίες παγκόσμιες ανακατατάξεις δεν φαίνεται στο προσκήνιο. Οι ραγδαίες εξελίξεις λόγω της ανάδυσης ενός πολύ-πολικού κόσμου στα πλαίσια του «φθινοπώρου της αμερικανικής ηγεμονίας», ο επιθετικός αναθεωρητισμός της Τουρκίας, που δεν ορρωδεί προ ουδενός και κινείται μέσα στα πλαίσια που της παρέχει η σημερινή διεθνής ρευστότητα, ο συνεχιζόμενος ρωσο-ουκρανικός πόλεμος και η δραματική υστέρηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δημιουργούν ένα κυκεώνα αρνητικών επιπτώσεων, ιδιαίτερα για τα μείζονα εθνικά θέματα.
Ο δημόσιος λόγος χαρακτηρίζεται από ρηχή αντιπαλότητα, όπου πρωταγωνιστούν οι ασύνδετες και άναρθρες κραυγές εντυπωσιασμού, χωρίς την προοπτική οποιουδήποτε σχεδίου για το μέλλον της χώρας, κάτι που θα έπρεπε να είναι το πρώτιστο καθήκον της κυβέρνησης και της αξιωματικής αντιπολίτευσης στη σημερινή ρευστή και κρίσιμη περίοδο για την Ελλάδα. Αντί αυτών κυριαρχούν η προχειρότητα, η επιδοματική λογική και ο πελατειασμός.
Αυτό το πολιτικό σύστημα της «άφρονης» και ανάξιας «κομματοκρατίας», με κόμματα σχεδόν πανομοιότυπα ως προς την λειτουργία τους (αρχηγικά και χωρίς εσωτερική δημοκρατία), δεν μπορεί να βγάλει την Ελλάδα από την κρίση. Και όχι μόνο αυτό, αλλά λειτουργεί παράλληλα αποτρεπτικά για οποιαδήποτε μορφή πολιτικής ανανέωσης, σε κεντρικό και ενδιάμεσο θεσμικό επίπεδο.
Από το σύνολο του υπάρχοντος κομματικού δυναμικού, προκύπτει η αδυναμία αξιοπρεπούς πολιτικής εκπροσώπησης, παραγωγής προγραμματικού λόγου και υλοποιήσιμου έργου. Έτσι, εμφανίζεται σήμερα ένα τεράστιο πολιτικό κενό και η ανάγκη δημιουργίας ενός δημοκρατικού πατριωτικού πολιτικού κινήματος από τις υγιείς διάσπαρτες κοινωνικές δυνάμεις, που δεν είναι εγκλωβισμένες στην κυριαρχούσα νοσηρή κομματοκρατία, που θα θέσει τα μεγάλα υπαρξιακά προβλήματα της χώρας. Όπως είναι για παράδειγμα η ενδογενής ανασυγκρότηση της ελληνικής οικονομίας, η ουσιαστική εμβάθυνση και ανάταξη της παιδείας, η αντιμετώπιση του τουρκικού επεκτατισμού μέσω μιας νέας εθνικής στρατηγικής αποτροπής, η προστασία των μεσαίων και χαμηλότερων εισοδηματικών στρωμάτων, η ανακοπή της δημογραφικής κατάρρευσης και η εμβάθυνση και προστασία του δημοκρατικού πολιτεύματος και των ατομικών και συλλογικών εγγυήσεων κάθε Έλληνα πολίτη.