Ελλαδα

Θεόφιλος: Ο ζωγράφος φουστανελάς που αγάπαγε τον Μεγαλέξανδρο

25 Mar 2019

Κυρίαρχο στοιχείο του έργου του Θεόφιλου, του ζωγράφου που του άρεσε να κυκλοφορεί φορώντας φουστανέλα, τραγουδώντας κλέφτικα τραγούδια, είναι η ελληνικότητα και η εικονογράφηση της ελληνικής λαϊκής παράδοσης και ιστορίας.

Η φουστανέλα και τα κλέφτικα τραγούδια, όπως παρατήρησε ο Δημήτρης Πικιώνης, συγκροτούσε και δυνάμωνε την ατμόσφαιρα που του ήταν απαραίτητη για την καλλιτεχνική του δημιουργία.

Όταν ήταν μικρός, τα παιδιά τον χλεύαζαν. Όταν μεγάλωσε τον χλεύαζαν μεγάλοι και μικροί.  

Δεν του άρεσαν τα γράμματα, αλλά η ζωγραφική.

Απέφευγε τα παιδιά της ηλικίας του και ζωγράφιζε στο υπόγειο του σπιτιού του.

Του άρεσε, επίσης  να συμμετέχει στην διοργάνωση λαϊκών θεατρικών παραστάσεων στις εθνικές γιορτές, όπου κρατούσε τον πρωταγωνιστικό ρόλο, άλλοτε ντυμένος σαν Μεγαλέξανδρος, με τους μαθητές σε παράταξη μακεδονικής φάλαγγας, και άλλοτε σαν ήρωας της Ελληνικής Επανάστασης, με εξοπλισμό και κοστού­μια που έφτιαχνε ο ίδιος.

"Ο Παπαδιαμάντης της ζωγραφικής"  ονομάζεται σήμερα.

Όμως, σοβατζή, τον έλεγαν οι περισσότεροι όσο ζούσε. Ζωγράφιζε για ένα κομμάτι ψωμί κι ένα πιάτο φαγητό ολόκληρες τοιχογραφίες, ολόκληρα σπίτια.

Μπογιατζή, τον έλεγαν στενοί συγγενείς του και τον περιφρονούσαν και με ασέβεια ασβέστωσαν έργα του στο πατρικό σπίτι της Βαρειάς στην Μυτιλήνη. 

Έζησε δύσκολα, ο Θεόφιλος,  ως παιδί, ως έφηβος, ως ενήλικας, ως γέροντας.  Όπως δύσκολα ζουν πάντα οι «μικροί πρίγκιπες». 

Ήταν αριστερόχειρας και τον φώναζαν "ζερβοκουτάλα" και σακάτη.

Ο κόσμος γελούσε μαζί του.

Παρά τις κοροϊδίες και τα πειράγματα του κόσμου, εκείνος συνέχιζε να ζωγραφίζει.
 

  • Ποιος γνωρίζει το όνομα του ανθρώπου που τράβηξε την σκάλα στον Θεόφιλο;
     

Το 1927,  ήταν ανεβασμένος σε μια σκάλα στο Βόλο και ζωγράφιζε την πρόσοψη ενός μαγαζιού. Κάποιος, για να διασκεδάσει τους συγκεντρωμένους περίεργους, τράβηξε την σκάλα και ο Θεόφιλος έπεσε βαρύς στο έδαφος. Ήταν μεσόκοπος, πενηντάρης. Με μώλωπες στο σώμα και αίματα στο πρόσωπο και τα χέρια, μάζεψε τα πινέλα και τα χρώματά του και απομακρύνθηκε. Από τότε δεν ξαναφάνηκε στους δρόμους του Βόλου και στα καλντερίμια του Πηλίου, εκεί  που είχε ζήσει 30 ολόκληρα χρόνια. Αργότερα μαθεύτηκε ότι έφυγε για την πατρίδα του, την Μυτιλήνη.

Ποιος άραγε ξέρει να μας  πει,  το όνομα εκείνου που τράβηξε την σκάλα στον Θεόφιλο; Που να ήξερε, ότι εκείνον που έριξε από την σκάλα για να γελάσει ο κόσμος, θα τον θυμούνταν όλοι. Εκείνον που τράβηξε την σκάλα, κανένας.
 

  • Ο θάνατος ήρθε στην επέτειο του Μεγάλου Ξεσηκωμού
     

Ο Θεόφιλος  πέθανε τον Μάρτιο του 1934.

Σύμφωνα με μια εκδοχή,  εξαιτίας ενός πιάτου χαλασμένου φαγητού που του έδωσαν.

Ο Γιάννης Τσαρούχης περιγράφοντας τον θάνατό του, καταλήγει: «Είχε ξεψυχήσει ξημερώματα του Ευαγγελισμού του 1934» αναφέρει επίσης,  ότι:  «Μια γειτόνισσά του, η κυρά Σουλτάνα, που τούδινε κάθε πρωί γάλα, έχοντας δυο μέρες να τον δει, ανησύχησε» και προσθέτει  ότι το βράδυ είχε ακούσει βογγητά. Χτύπησαν την πόρτα, αλλά  δεν πήραν απάντηση επειδή ο Θεόφιλος την είχε κλείσει με βαριά πέτρα. Ο αδελφός του έσπασε το παράθυρο, μπήκε και τον βρήκε πάνω σε μια κουρελού όπου συνήθιζε να κοιμάται.
Η κηδεία του έγινε από τη Δημαρχία και δεν είναι γνωστό που βρίσκεται ο τάφος του.

Η ακριβής χρονολογία γέννησης του Θεόφιλου Χατζημιχαήλ, δεν είναι γνωστή. Θεωρείται πως γεννήθηκε μεταξύ 1867–1870 στην Βαρειά της Μυτιλήνης. Ήταν το πρώτο από τα οκτώ παιδιά – τέσσερα αγόρια και τέσσερα κορίτσια – του τσαγκάρη Γαβριήλ Χατζημιχαήλ και της Πηνελόπης, κόρης του Κωσταντή Ζωγράφου που ασκούσε το επάγγελμα του αγιογράφου.

Ο Θεόφιλος δεν πρόλαβε να δει την σταδιακή αναγνώριση του έργου του, ούτε την έκθεση των έργων του στο Μουσείο του Λούβρου στο Παρίσι, ούτε πρόλαβε να ακούσει ότι το υπουργείο Πολιτισμού χαρακτήρισε το έργο του «χρήζον ειδικής κρατικής προστασίας».
 

Δεν βρέθηκαν άρθρα.